Translation for '
αγχώδης' from Greek to English
1 translation
To translate another word just start typing!
Usage Examples Greek
- Η αγοραφοβία είναι μια αγχώδης διαταραχή.
- Η εσκιταλοπράμη χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της κατάθλιψης και συναφών διαταραχών όπως η γενική αγχώδης διαταραχή (ΓΑΔ), η κοινωνική αγχώδης διαταραχή, η ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή (OCD), η διαταραχή πανικού με ή χωρίς αγοραφοβία.
- Η Αποφευκτική διαταραχή προσωπικότητας (ΑπΔΠ), γνωστή και ως αγχώδης διαταραχή προσωπικότητας, ενώ δείχνουν αυξημένη αδυναμία να αναγνωρίσουν χαρακτηριστικά του χαρακτήρα τους που να είναι θετικά στο πλαίσιο της κοινωνίας στην οποία ζούνε.
- Είχε επιβιώσει από δύο παραλίγο θανάσιμες ασθένειες, και έγινε ιδιαίτερα αγχώδης και ανήσυχος για το ενδεχόμενο υποτροπίασης.
- Η πρώτη συστηματική ταξινόμηση της διαταραχής πανικού και γενικότερα των διαταραχών άγχους, πραγματοποιήθηκε το 1894 από τον Σίγκμουντ Φρόυντ που επινόησε τον όρο «αγχώδης νεύρωση» για να περιγράψει μια σειρά κλινικών καταστάσεων που χαρακτηρίζονται από άγχος μαζί με φοβικά και υποχονδριακής φύσεως στοιχεία.
- Ως χαρακτήρας, ο Μπρόρσεν ήταν εσωστρεφής και αγχώδης ως προς τις σχέσεις του.
© dict.cc English-Greek dictionary 2025
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!