Advertisement
 Translation for 'αδιάφορος' from Greek to English
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
indifferent {adj}αδιάφορος
1 translation
To translate another word just start typing!

Translation for 'αδιάφορος' from Greek to English

αδιάφορος
indifferent {adj}
Advertisement
Usage Examples Greek
  • Ανατράφηκε με το καλβινιστικό δόγμα αλλά ήταν αδιάφορος για τα δόγματα εν γένει και μεταπηδούσε εύκολα κι αυτός στον Καθολικισμό όταν το έκρινε συμφέρον.
  • Ο αγώνας ήταν βαθμολογικά αδιάφορος αφού ο Εθνικός είχε εξασφαλίσει τον τίτλο και έτσι δεν προσπάθησε να ανακόψει την τακτική του Ολυμπιακού και να πάρει την νίκη.
  • Επιπλέον, το Πεκίνο αισθανόταν δυσαρέσκεια για τους στενότερους σοβιετικούς δεσμούς με την Ινδία και η Μόσχα φοβόταν ότι ο Μάο ήταν πολύ αδιάφορος για τη φρίκη του πυρηνικού πολέμου.
  • Γρήγορα η ίδια αντελήφθη ότι ο χώρος της διαιτολογίας της ήταν αδιάφορος και αφιέρωσε κάθε της προσπάθεια στην επαγγελματική της εξέλιξη στον χώρο του θεάτρου.
  • Ο Μπέρτζες ήταν αδιάφορος προς τη μουσική, μέχρι που άκουσε στο ραδιόφωνο «ένα απίστευτο σόλο στο φλάουτο» και μαγεύτηκε.

  • Σε μια άλλη περίπτωση, ενίσχυσε την άποψή του: "Όταν έγραψα το πρώτο το 1953, ήθελα ο Μποντ να είναι ένας εξαιρετικά βαρετός, αδιάφορος άνθρωπος στον οποίο συνέβαιναν τα πράγματα.
  • Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, οι δύο τους επιστρέφουν για να εκδικηθούν τους θανάτους των αγαπημένων τους, ενώ συναντούν μεγάλα εμπόδια: το ένα είναι ότι ο Φερρέρ είναι ένας ισχυρός, ασεβής και αδιάφορος άνθρωπος που όχι μόνο χαίρεται για την πτώση των άλλων, αλλά και ότι δεν ενδιαφέρεται για την ευημερία της οικογένειάς του.
  • Σύμφωνα με τον λογοτέχνη Γεώργιο Βαφόπουλο, που διετέλεσε πρακτικογράφος στον δήμο Θεσσαλονίκης, στη διάρκεια των συνεδριάσεων του δημοτικού συμβουλίου ήταν κατά κανόνα αδιάφορος.
  • ήταν αδιάφορος για τη μουσική και είχε ακουστεί να τη χαρακτηρίζει ως «τίποτα άλλο παρά δυσάρεστο θόρυβο».
  • Την περίοδο 2006-2007, μετά από την εντυπωσιακή του απόδοση στο Μουντομπάσκετ συνέχισε στον Ολυμπιακό δημιουργώντας την προσδοκία ότι θα ήταν πλέον ένας από τους κορυφαίους σέντερ της Ευρώπης, όμως εμφανίστηκε αδιάφορος για την εξέλιξή του και υπέρβαρος με αποτέλεσμα να έχει μια μέτρια σεζόν.

  • Ο Λορέντσο Πρίουλι έμεινε αδιάφορος στον πόλεμο που ξέσπασε ανάμεσα στην Ισπανία και τη Γαλλία για την κατοχή της Ιταλικής χερσονήσου.
  • Δεν παρουσιάζεται παθητικώς και αδιάφορος όπως σαν άλλοι έφιπποι ανδριάντες.
  • Αν και ο ηθοποιός δεν γνώριζε, άκουγε γι 'αυτό και ήταν αδιάφορος.
  • Από την άλλη, ο συγγραφέας και εκδότης Ντέιμον Νάιτ όρισε την ΕΦ «οτιδήποτε στο οποίο δείχνουμε όταν λέμε επιστημονική φαντασία», υπονοώντας πιθανώς πως ένας πραγματικός ορισμός είναι άχρηστος και αδιάφορος.
  • Από τους ιστοριογράφους της εποχής κατηγορείτο ως νωθρός, απαίδευτος και αδιάφορος για την πνευματική ανάπτυξη του ποιμνίου του.

  • Ο Βότσης με το ανήσυχο πνεύμα δεν μπορούσε να μείνει αδιάφορος στις προκλήσεις ενός σημαντικού καλλιτεχνικού κινήματος.
  • Ήταν μάλιστα σκληρότερος και αδιάφορος για κάθε ηθικό κριτήριο, πολύ πιο αδίστακτος από τον Μακιαβέλλι.
  • Το 1960, παρόλο που είχε τη φήμη ότι ήταν αδιάφορος για τα πολιτικά, αψήφισε τις αρχές και έπαιξε στην κηδεία του Μπορίς Παστερνάκ.
  • Ο Χριστιανισμός όμως δεν μπορούσε να μείνει αδιάφορος μπροστά στην πραγματικότητα της εποχής που ήταν η καταπίεση της Ρώμης, όπως εκφράζονταν ιδίως στην αυτοκρατορική λατρεία, και στη μάταιη προσπάθεια του Ιουδαϊκού επαναστατικού Μεσσιανικού κινήματος να βρει διέξοδο.
Advertisement
© dict.cc English-Greek dictionary 2024
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!