Advertisement
 Translation for 'αδύνατος' from Greek to English
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
thin {adj}αδύνατος
weak {adj}αδύνατος
slim {adj}αδύνατος
impossible {adj}αδύνατος
4 translations
To translate another word just start typing!

Translation for 'αδύνατος' from Greek to English

αδύνατος
thin {adj}

weak {adj}

slim {adj}

impossible {adj}
Advertisement
Usage Examples Greek
  • ποδιών ενώ οι πτήσεις κατασκοπευτικού χαρακτήρα και προκειμένου να καταστεί αδύνατος ο εντοπισμός τους γίνονται σε ύψος 65.000 ποδιών και άνω.
  • Ήταν ψηλός και αδύνατος και με αυτά τα προσόντα στράφηκε στο ποδόσφαιρο.
  • Ο ασθενής διατρέχει κίνδυνο διάτρησης του σφαιρικού ιστού, επειδή ο λεπτυσμένος κερατοειδής είναι εξαιρετικά αδύνατος.
  • Ο πόρος κοινής δεξαμενής, σύμφωνα με την Έλινορ Όστρομ, είναι ένα τεχνητό ή φυσικό σύστημα πόρου που είναι αρκετά μεγάλο ώστε να είναι αρκετά δαπανηρός (όχι όμως αδύνατος) ο αποκλεισμός ατόμων που μπορούν να αποκομίσουν κέρδη ή οφέλη από τη χρήση του.
  • Επίσης, είναι αρκετά δημοφιλής διότι σε πάρα πολλά ρεαλιστικά προβλήματα αρκεί να γνωρίζουμε την συναρτησιακή μορφή της κατανομής στόχου και της κατανομής-πρότασης, αφού ο αναλυτικός υπολογισμός αυτών των σταθερών είναι εξαιρετικά δύσκολος και σε πολλές περιπτώσεις αδύνατος.

  • Σε περιόδους δυσκολίας, όταν ένας γάμος ήταν αδύνατος, η ευλογία και το μοίρασμα του ψωμιού θεωρούταν συχνά αρκετό για να αποτελέσει γάμο στα μάτια της κοινότητας.
  • Εν αντιθέσει με τη Θέμιδα τη δεύτερη σύζυγο του Δία, η Μήτις αντιπροσωπεύει μια πιο πρωτόγονη εποχή, όπου ο αδύνατος για να γλιτώσει από τον δυνατότερο πρέπει να χρησιμοποιήσει την πονηριά του.
  • Ο ακριβής προσδιορισμός του σχηματισμού είναι αδύνατος καθώς δημιουργήθηκε με αφαίρεση της άμμου.
  • να τον αναλάβει ένας αδύνατος μαθητής.
  • Τα συμπτώματα είναι, σχετικά με το Σύνδρομο Τέρνερ (Turner), ήπια: ψηλος και αδύνατος φαινότυπος, στειρότητα.

  • Σ' όλο το διάστημα της πρωθυπουργίας του δεν κάλεσε ούτε μία φορά τα μέλη του Κοινοβουλίου σε σύσκεψη, και καθώς ο Λουδοβίκος ήταν αδύνατος και άβουλος, ο Ρισελιέ έμεινε ο απόλυτος κυβερνήτης της Γαλλίας.
  • Ο προθώρακας είναι σχετικά αδύνατος, ο πτεροθώρακας μεγάλος.
  • Η Βουλή των πεντακοσίων είχε την υποχρέωση να ορίζει ποιος είναι αδύνατος.
  • Συνήθως τα σημεία της συνάρτησης είναι άπειρα, ώστε να είναι αδύνατος ο υπολογισμός όλων των σημείων και η απόδοσή τους γραφικά.
  • Κατά το Αστικό Δίκαιο θησαυρός χαρακτηρίζεται κάθε κινητό μεγάλης αξίας που είναι κρυμμένο σε άλλο κινητό ή ακίνητο επί χρόνου τόσου ώστε να είναι αδύνατος ο προσδιορισμός της κυριότητας αυτού.

  • Όταν και αυτοί καταστραφούν, ο χειρισμός του ελικοπτέρου είναι πρακτικά αδύνατος.
  • Παρόλο που παραμένει δύσκολος έως αδύνατος ο σαφής ορισμός του Ρομαντισμού ωστόσο διακρίνονται ορισμένα βασικά ιδεολογικά χαρακτηριστικά και θέματα, τα οποία έγιναν κοινός τόπος στους πρωταγωνιστές αυτού του λογοτεχνικού κινήματος.
  • Σύμφωνα με αναφορές, ήταν πολύ ψηλός, αδύνατος και απασχολούσε τα σατιρικά έντυπα της εποχής του, που πάντοτε είχαν και υπερβολές.
  • Θεωρείται έτσι πιο αδύνατος από τον πύργο, αλλά ανταλλάσσεται με τον ίππο σαν ίσης αξίας κομμάτι.
Advertisement
© dict.cc English-Greek dictionary 2024
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!