Translation for '
ακίνητα' from Greek to English
1 translation
To translate another word just start typing!
Usage Examples Greek
- Το 1952 και 1958 η Μεγάλη του Γένους Σχολή απέκτησε δύο ακίνητα, ένα μέσω δωρεάς και ένα μέσω αγοράς.
- Στα τέλη της δεκαετίας του 2010, ο Μασίας ενεπλάκη σε οικονομική διαμάχη με την ισλανδική τράπεζα Landsbanki, που κατηγορήθηκε για εξαπάτηση εκατοντάδων πελατών της, όταν κήρυξε πτώχευση και άρχισε να ρευστοποιεί υποθηκευμένα ακίνητα των πελατών της.
- ... 400 δολάρια) και είναι συγκρίσιμες με υψηλής ποιότητας ακίνητα στο Πεκίνο και τη Σαγκάη.
- Οι προγραφές (λατινικά "proscriptio", πληθυντικός "proscriptiones") σήμαιναν αρχικά δημόσιες διαφημίσεις ή προκηρύξεις, που σήμαιναν ακίνητα ή αγαθά προς πώληση.
- Δημιουργήθηκε το 2008 από τον Jonathan I, ενώ η αυτοκρατορία περιλαμβάνει 24 ακίνητα.
- Ο κατασκευαστικός κλάδος και τα ακίνητα είναι επίσης σημαντικοί τομείς της οικονομίας.
- Η Tranio έχει τη δική της διεθνή επενδυτική εμπειρία σε ακίνητα, η οποία δημοσιεύεται σε γνωστά αγγλικά , ελληνικά , ρωσικά , γερμανικά , κινέζικα και άλλα μέσα ενημέρωσης.
- Στα χέρια των απογόνων του Ρεβελιώτη, όλα αυτά τα τεράστια ακίνητα δεν μπορούσαν να διατηρηθούν ούτε κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα.
- Αυτό το ενσύρματο κανάλι μεταδίδει γενικές ειδήσεις και επιχειρηματικές πληροφορίες, όπως οικονομία, ακίνητα και αγορές.
- Η επαγγελματική στέγη μπορεί να αποτελείται από αυτοτελή ακίνητα, αλλά και οριζόντιες ή κάθετες ιδιοκτησίες.
- υπέρπυρα σε ακίνητα και εκτίμηση ρούχων κ.ά., σύμφωνα με το γαμικό συμβόλαιο, τα οποία μπορεί να διαθέσει όπως θέλει.
- Εν τω μεταξύ, ο ιδιοφυής Λεξ Λούθορ έχει αναπτύξει ένα ύπουλο σχέδιο για να κάνει μια περιουσία σε ακίνητα, χρησιμοποιώντας πυρήνες.
- Τα κάγκου συνήθως στέκονται ακίνητα στο έδαφος ή σε κάποιο υπερυψωμένο σημείο και περιμένουν ακίνητα το θήραμα.
- Με το άρθρο 23 (πρώτο άρθρο του κεφαλαίου Β) θεσμοθετείται η απαγόρευση εµπράγµατων δικαιοπραξιών σε ακίνητα µε αυθαίρετες κατασκευές ή αυθαίρετες αλλαγές χρήσης.
- Από τους περισσότερους θεσμικούς επενδυτές οι επενδύσεις σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια στο πλαίσιο μιας ευρύτερης κατανομής περιουσιακών στοιχείων, στην οποία περιλαμβάνονται και άλλοι τρόποι επένδυσης ,όπως παραδοσιακοί τρόποι (ομόλογα/ μετοχές) ή εναλλακτικοί (ακίνητα, εμπορεύματα, αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου).
- Σε αντάλλαγμα το 1924 το Δημόσιο παραιτήθηκε από κάθε αξίωση στη λίμνη Μπουρού του Πόρτο-Λάγος Ξάνθης με τα ιχθυοτροφεία της, και αποδίδονταν στη Μονή τα ακίνητα "με τα ανέκαθεν γνωστά τούτων όρια".
- Δώρησε επίσης αποθήκες και ακίνητα.
© dict.cc English-Greek dictionary 2024
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!