Advertisement
 Translation for 'βασιλικός' from Greek to English
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
αυτοκιν.
king pin {noun}
βασιλικός πείρος {ο}
1 translation
To translate another word just start typing!

Translation for 'βασιλικός' from Greek to English

βασιλικός πείρος {ο}
king pin {noun}αυτοκιν.
Advertisement
Usage Examples Greek
  • Ο σύζυγός της ήταν βασιλικός διοικητής στον αγγλικό εμφύλιο πόλεμο, αργότερα αιχμαλωτίστηκε στο Nάντγουϊτς το 1651 και αποκεφαλίστηκε στο Μπόλτον .
  • ήταν Γεωργιανός βασιλικός πρίγκιπας ("batonisvili") της βασιλικής δυναστείας των Μπαγκρατιόνι τού Ιμερέτι.
  • , (πέθανε στις 6 Οκτωβρίου 1775) ήταν Γεωργιανός βασιλικός πρίγκιπας ("batonishvili") της δυναστείας Μπαγκρατιόνι τού Ιμερέτι.
  • το 1587) ήταν Γεωργιανός βασιλικός πρίγκιπας ("batonishvili") της δυναστείας των Bαγρατιδών τού Ιμερέτι.
  • Ο ενήλικος βασιλικός πιγκουίνος έχει ύψος από 70 εκατοστά μέχρι 1 μέτρο και ζυγίζει από 9,3 έως 18 κιλά.

  • μετά το 1510) από τον Οίκο των Βαγρατιδών-Ιβηρίας ήταν βασιλικός πρίγκιπας (batonishvili) της Γεωργίας.
  • Το 1812 διορίστηκε καθηγητής ιστορίας και ηθικής στο Collège de France και ονομάστηκε "βασιλικός κηδεμόνας" κατά την Παλινόρθωση των Βουρβόνων.
  • Η οικογένεια Καραγεώργεβιτς αρχικά ήταν βασιλικός οίκος της Σερβίας, στη συνέχεια βασιλικός οίκος των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων και τέλος βασιλικός οίκος της Γιουγκοσλαβίας.
  • Το επίθετο βασιλικός δόθηκε στο δέντρο γιατί στη σκιά του ξεκουράστηκε ο βασιλιάς της Κύπρου, Ερρίκος της Γαλλίας.
  • Ο βασιλικός είναι δράμα του Αντωνίου Μάτεση.

  • Το 1864 διορίστηκε βασιλικός αρχίατρος.
  • Με τη λήξη του εμφυλίου πολέμου το 1993 οι φιλομοναρχικοί νίκησαν και ο βασιλικός ύμνος για μία ακόμη φορά επέστρεψε στη χώρα.
  • Από τις 15 Δεκεμβρίου του 1591 ο Κούνρατ υπηρέτησε ως βασιλικός ιατρός στην αυλή του Βίλχελμ Ρόζενμπεργκ.
  • από τον οποίο ονομάστηκε και ο βασιλικός οίκος.
  • , (1833 – 1899) ήταν Γεωργιανός "βασιλικός πρίγκιπας" (μπατονισβίλι) από τον Οίκο των Μπαγκρατιόνι.

    Advertisement
    © dict.cc English-Greek dictionary 2024
    Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
    Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!