Advertisement
 Translation for 'βελόνα' from Greek to English
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
pin {noun}βελόνα {η}
1 translation
To translate another word just start typing!

Translation for 'βελόνα' from Greek to English

βελόνα {η}
pin {noun}
Advertisement
Usage Examples Greek
  • Το πανωκέντημα στους κόμπους με τη βελόνα δημιουργεί ποικίλους συνδυασμούς σχεδίων, γεωμετρικών και φυτικών.
  • Εναλλακτικά, αφού εντοπιστεί ο επισκληρίδιος χώρος με τη βελόνα Tuohy, μια ραχιαία βελόνα μπορεί να εισαχθεί μέσω της βελόνας Tuohy στον υποαραχνοειδή χώρο.
  • Μπορεί να διαδοθεί με τέσσερις τρόπους: μέσω δέρματος (ο οποίος ειναι ο συχνότερος τρόπος), με την εισπνοή, μέσω της γαστρεντερικής οδού και με ενοφθαλμισμό με μολυσμενη βελόνα - συμβαίνει συνήθως σε χρήστες ναρκωτικών..
  • Η Ετρετά είναι γνωστή για τους απότομους βράχους από ασβεστολιθικά ιζηματογενή πετρώματα, που περιλαμβάνουν τρεις φυσικές καμάρες και ένα μυτερό σχηματισμό που ονομάζεται L'Aiguille (βελόνα), σε ύψος 70 μέτρων πάνω από τη θάλασσα.
  • Οι Ευρωπαίοι χρησιμοποίησαν μια "ξηρή" πυξίδα χωρίς νερό, με μια βελόνα προσκολλημένη σε έναν μεταλλικό άξονα που τις επέτρεπε να περιστρέφεται.

  • Ο Άγγελος Παπαϊωάννου εντόπισε μια μεγάλη βελόνα στην καρδιά ενός παιδιού 5 ετών, προκαλώντας το διεθνές ενδιαφέρον.
  • Η λέξη Αιγκίγ σημαίνει «βελόνα» στα γαλλικά.
  • Η δαχτυλήθρα είναι ένα μικρό μεταλλικό ή πλαστικό εξάρτημα, σε σχήμα κυπέλλου, που φοριέται στην άκρη του δαχτύλου για να μπορεί αυτός που το χρησιμοποιεί να σπρώχνει βελόνα για ράψιμο, συνήθως με μικρές εσοχές στην επιφάνεια ώστε να μη γλιστράει η βελόνα.
  • Στο φωνογράφο, η βελόνα που κατέγραφε τον ήχο ήταν συνδεδεμένη με ένα είδος φωναγωγού με τρόπο ώστε να λαμβάνει μηχανικά της δονήσεις που προκαλούσε ο ήχος που περνούσε μέσα σ' αυτόν.
  • Μέσω αυτής της βελόνας "οδηγού" εισάγεται λεπτότερη βελόνα (19G-20G) με προσαρμοσμένη σύριγγα, που αναρροφά τα ιστοτεμάχια, που η βελόνα με τους κατάλληλους χειρισμούς (συνδυασμός κινήσεων και αρνητικής πίεσης) αποσπά.

  • Για την αναπαραγωγή τοποθετείται ακίδα (βελόνα) στην αυλάκωση και περιστρέφεται ο δίσκος.
  • Έπειτα εμφανίστηκαν οι δαντέλες που πλέκονταν με απλή βελόνα.
  • Η μαγνητική βελόνα αποτελεί το κύριο και θεμελιώδες εξάρτημα των πάσης φύσεως "ξηρών" μαγνητικών πυξίδων.
  • Αυτή η μέθοδος εμπεριέχει κάποιους κινδύνους όπως τρώση του πνεύμονα, ειδικά αν δεν υπάρχει πνευμοθώρακας υπό τάση, καθώς και κίνδυνος να συγκεντρωθεί εκ νέου αέρας αν μετακινηθεί η βελόνα.
  • Ένα άτομο που φέρει τραύμα από βελόνα, η οποία έχει χρησιμοποιηθεί από άτομο με HCV, έχει περίπου 1,8% πιθανότητα να κολλήσει την ασθένεια. Ο κίνδυνος είναι ακόμη μεγαλύτερος εάν η χρησιμοποιούμενη βελόνα είναι κούφια και η πληγή είναι βαθιά. Υπάρχει κίνδυνος από έκθεση [...] στο αίμα, ωστόσο αυτός ο κίνδυνος είναι χαμηλός ενώ δεν υφίσταται, εφόσον η έκθεση στο αίμα αφορά σε ακέραια επιδερμίδα.

  • Αν είναι μικρή η ανύψωση της βελόνας του ακροφυσίου, τότε αυτή εξακολουθεί να παραμένει εντός της οπής του ακροφυσίου και υπάρχει μόνο μια μικρή δακτυλιοειδής διατομή μεταξύ της βελόνας και των τοιχωματων της οπής για τη δίοδο του καυσίμου.
  • Το αιχμηρό άκρο της βελόνας ολισθαίνει πρώτα κατά μήκος της οπίσθιας άκρης του κλάδου της κάτω γνάθου και στη συνέχεια κατά μήκος της εσωτερικής της επιφάνειας.
Advertisement
© dict.cc English-Greek dictionary 2025
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!