Advertisement
 Translation for 'βενζίνη' from Greek to English
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
petrol {noun} [Br.]βενζίνη {η}
1 translation
To translate another word just start typing!

Translation for 'βενζίνη' from Greek to English

βενζίνη {η}
petrol {noun} [Br.]
Advertisement
Usage Examples Greek
  • Χρησιμοποιείται ως καύσιμο υλικό (βενζίνη αυτοκινήτων, αεροσκαφών κλπ.) στη βιομηχανία για την κατεργασία των υφαντικών ινών, για τις απολιπάνσεις, για την παρασκευή κόλλας με βάση το καουτσούκ κ.ά.
  • Τα πρώτα συστήματα ανάφλεξης δημιουργήθηκαν μαζί με τους πρώτους κινητήρες εσωτερικής καύσης με καύσιμο την βενζίνη.
  • Ένας βενζινοκινητήρας είναι μία μηχανή εσωτερικής καύσης που έχει σχεδιαστεί για να λειτουργεί με βενζίνη.
  • Για την αναβάθμιση του πετρελαίου, η αλκυλίωση παράγει εξαιρετικό μείγμα για βενζίνη.
  • Για τα αυτοκίνητα χωρίς καταλύτη και αισθητήρα λ η βενζίνη με μόλυβδο συνέχισε να διατίθεται στην αγορά έως ότου σταδιακά καταργήθηκε καθώς τα παλαιότερα αυτοκίνητα αποσύρονταν από την κυκλοφορία.

  • Όπως ο Τζίνο σταματά για βενζίνη θα συναντήσει κάποιους παλιούς συνεργάτες του και θα του δώσουν τη διεύθυνση του κρησφύγετο τους.
  • Η πυρόλυση αποτελεί τεχνική μέθοδο που εφαρμόζουν τα διυλιστήρια πετρελαίου για την παραγωγή ελαφρύτερων υδρογονανθράκων του πετρελαίου όπως η βενζίνη, η κηροζίνη κλπ.
  • Η φωτιά ξεκίνησε όταν ένας δάσκαλος προσπάθησε να ανάψει φωτιά χρησιμοποιώντας βενζίνη.
  • Αντιθολωτικό ("dehazer") είναι ένα πρόσθετο καυσίμων, που αφαιρεί το νερό από τη βενζίνη, το καύσιμο ντίζελ και τα καύσιμα θέρμανσης, προφυλάσσοντας από τη διάβρωση και την ενδεχόμενη μελλοντική διείσδυση νερού.
  • Σε πολλές χώρες αυτό δεν συμβαίνει με τα επιβατικά οχήματα όπου χρησιμοποιείται βενζίνη.

  • Το διυλιστήριο πετρελαίου είναι βαρεία εγκατάσταση βιομηχανικής επεξεργασίας στην οποία υφίσταται επεξεργασία αργό πετρέλαιο και διυλίζεται σε άμεσα χρησιμοποιήσιμα προϊόντα όπως νάφθα, βενζίνη, καύσιμο ντίζελ, άσφαλτος, πετρέλαιο θέρμανσης, κηροζίνη και υγραέριο.
  • Σε ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ καθιερώθηκε ένα σύστημα με σημαίες τριών χρωμάτων για να υποδηλώσει τη διαθεσιμότητα της βενζίνης στα πρατήρια – η πράσινη σημαία συμβόλιζε ελεύθερη (χωρίς κουπόνια) πώληση βενζίνης, η κίτρινη σημαία συμβόλιζε περιορισμένη και με δελτίο πώληση και η κόκκινη σημαία δήλωνε ότι δεν υπήρχε διαθέσιμη βενζίνη, αλλά το πρατήριο ήταν ανοιχτό για άλλες υπηρεσίες.
  • Από το 2013, η μέση περιεκτικότητα βενζολίου στη βενζίνη στις ΗΠΑ έπρεπε να μειωθεί σε 0,62%, αλλά τελικά ο κανονισμός μέγιστου όριου 5% δεν έχει ακόμη μεταβληθεί.
  • Επίσης, το Y33 χρησιμοποιούσε το σύστημα άμεσου ψεκασμού βενζίνης της Nissan (direct fuel injection engine configuration) το οποίο εφοδίαζε με βενζίνη κατευθείαν τον κάθε κύλινδρο της μηχανής.
  • Η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης επιτρέπει την ύπαρξη ως 3% σε μεθανόλη στη βενζίνη που πωλείται στους καταναλωτές.

  • : 1200HP – διπλέλικο – Ταχύτητα : 18 κόμβους (καύσιμο βενζίνη) – Οπλισμός : 1 πυροβόλο 40 χιλιοστών, 2 πυροβόλα 20 χιλιοστών, 4 πυροβόλα.
Advertisement
© dict.cc English-Greek dictionary 2025
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!