Advertisement
 Translation for 'βενζινάδικο' from Greek to English
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
gas station {noun} [Am.]βενζινάδικο {το}
petrol station {noun} [Br.]βενζινάδικο {το}
2 translations
To translate another word just start typing!

Usage Examples Greek
  • Η Ερτάν "περιλούστηκε" με 5 λίτρα βενζίνης, την οποία είχε προμηθευτεί από ένα βενζινάδικο εκείνο το πρωί, και άναψε φωτιά.
  • Αργότερα δήλωσε ότι ένα ανώνυμο ενεργειακό ποτό που αγόρασε σε ένα βενζινάδικο περιείχε την απαγορευμένη ουσία.
  • Η Σάλι προσπαθώντας να ξεφύγει από τον Λέδερφεϊς πηδά από ένα παράθυρο του δεύτερου ορόφου και φεύγει προς το βενζινάδικο.
  • Σχετικά νέος ανέλαβε την επιχείρηση των γονιών του (αγροτεμάχια, κατάστημα πώλησης και βενζινάδικο).
  • Εργάστηκε ως αγγελιοφόρος, υπάλληλος σε βενζινάδικο και και καθαριστής πιάτων.

  • Την επόμενη μέρα, καθώς φεύγει από ένα βενζινάδικο κοντά στο Desert Center Airport, παίρνει με ωτοστόπ, την Βέρα.
  • Ο Χόμπσον συνελήφθη σε βενζινάδικο στις 25 Ιουλίου 2004, στο χωριό Shipton-by-Beningbrough, κοντά στην Γιορκ, μετά από ένα εθνικό κυνήγι.
  • Στις 24 Φεβρουαρίου 2020, σε έναν Κινέζο δεν επιτράπηκε η είσοδος σε βενζινάδικο στην πόλη Κασόλα λέγοντάς του «Έχεις κορονοϊό, δεν μπορείς να εισέλθεις!
  • Στις 18 Σεπτεμβρίου του 2012, μια έκρηξη σε βενζινάδικο σκότωσε 30 άτομα ενώ 46 άτομα τραυματίστηκαν.
  • Στις 21 Αυγούστου η αστυνομία πυροβόλησε και σκότωσε τον Γιούνες Αμπουρακούμπ κοντά σε ένα βενζινάδικο στο Σουμπιράτς, γύρω στα 40 χλμ (25 μίλια) από τη Βαρκελώνη.

  • Στο χωρίο υπάρχει βενζινάδικο.
  • Αποζητώντας μια νέα αρχή, αγοράζει ένα βενζινάδικο που βρίσκεται πάνω στον δρόμο προς τα Γιάννενα.
  • Δυο επαγγελματίες δολοφόνοι καταφτάνουν σε μια μικρή πόλη του νότου και σκοτώνουν τον Ολ Άντερσον (Μπαρτ Λάνκαστερ), έναν άνδρα γνωστό με το ψευδώνυμο: "Ο Σουηδός", που είχε εγκατασταθεί στην πόλη τον τελευταίο χρόνο κι είχε πιάσει δουλειά σε βενζινάδικο.
  • Ο πατέρας του ήταν μηχανικός και υπάλληλος σε βενζινάδικο.
  • Η Shell διαθέτει αυτόνομο βενζινάδικο κοντά στην έξοδο του συγκροτήματος του αεροδρομίου.

  • Άλλα παραδείγματα καθημερινών ουρών είναι άνθρωποι που ανεβαίνουν από κυλιόμενες σκάλες, κομμάτια μηχανών τοποθετημένα σε αλυσίδα συναρμολόγησης ή αυτοκίνητα στη σειρά σε ένα βενζινάδικο.
  • Ο Λαβέλ πυροβολήθηκε θανάσιμα και τραυματίστηκε σοβαρά από άγνωστους ένοπλους ενώ βρισκόταν στη θέση του οδηγού του και επρόκειτο να αναχωρήσει από ένα βενζινάδικο του Μιλγουόκι γύρω στις 2 [...] την νύχτατοπική ώρα, πεθαίνοντας από τα τραύματά του μόλις μία μέρα αργότερα.
Advertisement
© dict.cc English-Greek dictionary 2025
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!