Advertisement
 Translation for 'γιλέκο' from Greek to English
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
waistcoat {noun} [Br.]γιλέκο {το}
1 translation
To translate another word just start typing!

Translation for 'γιλέκο' from Greek to English

γιλέκο {το}
waistcoat {noun} [Br.]
Advertisement
Usage Examples Greek
  • Οι ξιφομάχοι φορούν, για την προστασία τους, γιλέκο και ζακέτα, μάσκα και γάντι.
  • Αυτά τα ενδύματα περιλαμβάνουν συνήθως μία κορδέλα και ένα γιακά, καθώς και μια εσωτερική ρόμπα ("τζουμπάν"), ένα εσωτερικό "κιμονό" ("κιτσούκε"), ένα γιλέκο ("χάορι") ή μια εξωτερική ρόμπα ("ούτσικακε").
  • Το "κοστούμι" προήλθε από τη Βρετανία του 19ου αιώνα, εποχή μέχρι την οποία ένας κύριος φορούσε μακρύ σακάκι ρεντιγκότα με γιλέκο από διαφορετικό ύφασμα και παντελόνι απο ένα άλλο ύφασμα.
  • Ήταν σαν γιλέκο, αλλά εμπρός εσταύρωνε και είχε κόπιτσες και από τα δύο μέρη.
  • δολάρια και θα φύγει από την τράπεζα πιστεύοντας ότι και ο Ρούντι είναι νεκρός, αλλά εκείνος θα υποδυθεί τον πεθαμένο καθώς φορούσε κρυφά ένα αλεξίσφαιρο γιλέκο και θα τραυματιστεί ελαφρώς στον ώμο του.

  • Είχε σχεδιαστεί σύμφωνα με τις ανάγκες που διαπιστώθηκαν το 1994, και είναι ικανό να διατρήσει αλεξίσφαιρο γιλέκο και άλλο εξοπλισμό σε απόσταση 2 χιλιομέτρων (1,2 μίλια).
  • Ένας άλλος επιτιθέμενος ανατινάχθηκε με το γιλέκο αυτοκτονίας του στην Boulevard Voltaire, κοντά στο θέατρο Μπατακλάν.
  • Πήραν το όνομά τους από το γιλέκο που φορούσαν για να μην τους βαραίνει η κάπα.ι, τα παιδιά έκαναν το δικό τους πόλεμο.
  • Η ανδρική φορεσιά αποτελούνταν από παντελόνι που έμοιαζε με βράκα, πουκάμισο, γιλέκο, ενώ στο κεφάλι φορούσαν τραγιάσκα.
  • Κυκλοφόρησαν φήμες ότι φορούσε αλεξίσφαιρο γιλέκο όταν ανέβηκε στην σκηνή, αλλά αυτό δεν συνέβη.

  • Παραδοσιακά κρύβονται κάτω από το γιλέκο του κουστουμιού.
  • Μια ομπρέλα με αναδιπλούμενη άκρη χρησιμοποιήθηκε ως όπλο στο φινάλε και ο ηθοποιός Σκιτ Όλριτς φόραγε ένα προστατευτικό γιλέκο κάτω από τη μπλούζα του ώστε να μην τραυματιστεί.
  • Η κιλότα φοριέται με μαύρο πουκάμισο, γιλέκο, πλατιά υφαντή ζώνη, μαύρο μαντίλι στο κεφάλι και στιβάνια.
  • Στο ντοκιμαντέρ Ολυμπία - Η γιορτή των εθνών εμφανίζεται ο Λούης με άσπρη φουστανέλα και σκούρο γιλέκο κρατώντας ένα φουντωτό κλαδί ελιάς στο δεξί του χέρι.
  • Τις καθημερινές φορούσαν ίδιο γιλέκο χαμηλότερης ποιότητας σε ύφασμα, με μηλωτή, το κοντογούνι.

    Advertisement
    © dict.cc English-Greek dictionary 2025
    Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
    Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!