Advertisement
 Translation for 'επικερδής' from Greek to English
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
lucrative {adj}επικερδής
1 translation
To translate another word just start typing!

Translation for 'επικερδής' from Greek to English

επικερδής
lucrative {adj}
Advertisement
Usage Examples Greek
  • Η παραγωγή του αλατιού ήταν μια επικερδής δραστηριότητα από τα παλαιότατα χρόνια.
  • Ονομάστηκε έτσι γιατί η εποχή αυτή ήταν πολύ επιζήμια για την Καθολική εκκλησία και αντιθέτως πολύ επικερδής για την πόλη, που διένυσε την χρυσή εποχή της.
  • Παρόλο που είχε ιδιαίτερη επιρροή δεν ήταν μια επικερδής επιχείρηση.
  • Το 1980 η παραγωγή τους ήταν ελαττωμένη, περίπου 3,2 εκατομμύρια τόνοι, που θεωρήθηκε μη επικερδής και το 1983 ψηφίστηκε κλείσιμο του Τσόλφεραϊν.
  • Το εγχείρημα του για την πραγματοποίηση διαλέξεων αποδείχθηκε αρκετά επικερδής και οδήγησε τον Λόου στην αναζήτηση της εκπαίδευσης που στερήθηκε όταν ήταν παιδί.

  • Η βιομηχανία ήταν τόσο επικερδής που οι συντεχνίες των καθαριστών ήταν σημαντικοί εκλογείς και η κυβέρνηση φορολογούσε τη συλλογή ούρων.
  • Η τελευταία είναι πιο επικερδής και έχει αποτέλεσμα πολλοί αγρότες να εγκαταλείπουν τις καλλιέργειες φρούτων και λαχανικών.
  • Η πτώση αυτή είχε σαν αποτέλεσμα τον διπλασιασμό των πτωχεύσεων και τον εξανεμισμό των μικροαποταμιεύσεων, χαρακτηρίζεται δε ως η μεγαλύτερη πως η εκμετάλλευση των μεταλλείων θα μπορούσε να είναι επικερδής γι'αυτό και θα έπρεπε να παραμείνει στην κυριότητα του ελληνικού κράτους.
  • Το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, τα προϊόντα πετρελαίου και οι σχετικές βιομηχανίες είναι ο μεγαλύτερος και πιο επικερδής τομέας της τοπικής οικονομίας.
  • Έχει χαρακτηριστεί απο τον Βινς Μακμάν ως ο πιο επικερδής παλαιστής στην ιστορία του WWE.

  • Εντούτοις, η εξαγωγή παλλαδίου εξακολουθεί να είναι επικερδής γιατί συνοδεύεται από την εξαγωγή νικελίου, χαλκού, λευκόχρυσου και ροδίου.
  • Εάν ο στόχος της εταιρείας είναι να παραμείνει επικερδής και να αυξηθεί η αξία των μετοχών της, κάθε χρήση του κεφαλαίου πρέπει να επιστρέψει τουλάχιστον το κόστος του κεφαλαίου, και ιδανικά ένα ποσό μεγαλύτερο από το κόστος του κεφαλαίου.
  • Συγχρόνως με την ποδοσφαιρική του ενασχόληση ήταν και ιδιοκτήτης κλαμπ όπου γινόταν παράνομη πώληση αλκοόλ (δραστηριότητα εξαιρετικώς επικερδής εκείνα τα χρόνια της ποτοαπαγόρευσης στην Αμερική).
  • Αυτοί οι παράγοντες σε συνδυασμό με τις επιχειρήσεις πειρατείας που απέβησαν ιδιαίτερα επικερδής, ώθησαν τους νέους να ενταχθούν σε συμμορίες πειρατών που κατάφεραν να γίνουν μέλη της τοπικής κοινωνικής και οικονομικής ελίτ λόγω του πλούτου και της δύναμης που συγκέντρωσαν ενώ διεξάγουν πολυτελή ζωή.
  • Στην αερόβια αναπνοή ένα μόριο της γλυκόζης είναι πολύ πιο επικερδής επειδή το καθαρό κέρδος από 32 μόρια ΑΤΡ που παράγονται κατά τη διάρκεια της γλυκόλυσης, (34 μικτά) αλλά δύο απαιτούνται από τα ένζυμα στη διαδικασία.

  • Στην ιστορική της πορεία η Μπριτάνικα έχει αντιμετωπίσει δυσκολίες να παραμείνει επικερδής — πρόβλημα που αντιμετωπίζουν πολλές εγκυκλοπαίδειες.
Advertisement
© dict.cc English-Greek dictionary 2024
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!