Advertisement
 Translation for 'καλά' from Greek to English
I am OK.Είμαι καλά.
1 translation
To translate another word just start typing!

Translation for 'καλά' from Greek to English

Είμαι καλά.
I am OK.
Advertisement
Usage Examples Greek
  • Υποστηρίζουν, ότι θα πάει καλά η χρονιά μόνο αν θα γίνουν καλά καρναβάλια!
  • Το έδαφος πρέπει να είναι καλά αποστραγγισμένο για να αερίζονται καλά οι ρίζες.
  • Η θεωρητική βάση αυτού του γκαμπί αμφισβητείται αλλά σημείωσε αρκετά καλά αποτελέσματα εναντίον απροετοίμαστων αντιπάλων όταν πρωτοεμφανίστηκε και συνεχίζει να σημειώνει καλά αποτελέσματα ακόμα και σήμερα.
  • Λόγω του γεγονότος ότι έκανε καλά έργα (βοηθούσε στις ανάγκες της Εκκλησίας, παρηγορούσε χήρες, προστάτευε και βοηθούσε ορφανά, συμπαραστεκόταν στις δοκιμασίες των συνανθρώπων του, βοηθούσε φτωχούς και πολύτεκνους).
  • Έδειξε από πολύ μικρή ηλικία το καλλιτεχνικό της δαιμόνιο αφού πριν καλά καλά μάθει να διαβάζει, είχε ξεκινήσει να μαθαίνει τραγούδια.

  • Πριν ακόμα καλά καλά χτιστεί η πόλη και με πρώτον από όλους τον ιερέα που έρχεται για να κάνει θυσία, καταφθάνουν διάφοροι εκμεταλλευτές και καλοθελητές που προσπαθούν να αποκομίσουν οφέλη από την ίδρυση της Νεφελοκοκκυγίας.
  • Ο Παύλος μιλούσε πολύ καλά τα Ελληνικά, από το γράψιμο του, δείχνει ότι ήταν καλά εκπαιδευμένος στην ελληνική λογοτεχνία.
  • Μία επιπρόσθετη απλή αλλά χρήσιμη ιδιότητα οδηγεί στα λεγόμενα καλά-διατεταγμένα σύνολα,των οποίων όλα τα μη κενά υποσύνολα έχουν ένα ελάχιστο στοιχείο.
  • Οι τιμές της n-άδας των παραμέτρων είναι καλά διατεταγμένες από τη διατάξη των γινομένων.
  • στρατιώτες και καλά προετοιμασμένους.

  • όπου δεν οδηγούσε καλά κι έφυγε.
  • Πριν καλά καλά συμπληρώσει 16 χρόνια ζωής, η Χιρόνα τον απέκτησε, όμως έναν χρόνο αργότερα ο νεαρός αριστεροπόδαρος άσος, μετακόμισε στη Λα Μασία.
  • Τα αγγλικά είναι η "de facto" εθνική γλώσσα των Ηνωμένων Πολιτειών, με το 82% του πληθυσμού να δηλώνει ότι είναι η μητρική του γλώσσα και περίπου 96% να δηλώνει ότι την μιλά «καλά» ή «πολύ καλά».
  • Το διάλυμα διατηρείται σε καλά κλεισμένες γυάλινες φιάλες ή φιαλίδια, σε καλά αεριζόμενους χώρους ώστε να μη συσσωρεύονται τυχόν ατμοί του και πάντα μακριά από φλόγα ή πηγές θερμότητας για να αποφευχθεί κίνδυνος πυρκαγιάς.
  • Σπάμε τα αβγά, τα ρίχνουμε σε ένα βαθύ σκεύος και τα χτυπάμε καλά με σύρμα ή πιρούνι.

  • Αλλά πριν καλά-καλά αναλάβει, πέθανε την ώρα της προπόνησης από καρδιακή προσβολή.
  •   Έτσι, χωρίς καλά – καλά να το καταλάβει, δοκίμασε και την διαδικασία της ερμηνείας, όπου τα κατάφερνε εξίσου καλά.
  • "νηός"), "αυτός που έχει καλά πλοία" είτε "που πλέει (ταξιδεύει) καλά" [...]) ήταν βασιλιάς της Λήμνου, γιος του Ιάσονα και της Υψιπύλης, η οποία ήταν βασίλισσα της Λήμνου.
Advertisement
© dict.cc English-Greek dictionary 2024
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!