Advertisement
 Translation for 'κοκτέιλ' from Greek to English
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
γαστρ.
cocktail {noun}
κοκτέιλ {το}
1 translation
To translate another word just start typing!

Translation for 'κοκτέιλ' from Greek to English

κοκτέιλ {το}
cocktail {noun}γαστρ.
Advertisement
Usage Examples Greek
  • Η επιτυχία του κοκτέιλ «απογειώθηκε» τη δεκαετία του 1950 σε ολόκληρες τις Ηνωμένες Πολιτείες, συμβάλλοντας αποφασιστικά στη διάδοση της κατανάλωσης της βότκας Smirnoff, η οποία με τον καιρό συνέχισε να εμπορεύεται τις χάλκινες "κούπες" με τον γάιδαρο, που έγινε το τυπικό «δοχείο» κατανάλωσης του κοκτέιλ.
  • Το Αμερικάνο είναι κοκτέιλ με βάση ποτό μπίτερ και κόκκινο βερμούτ. Είναι επίσημο κοκτέιλ της IBA.
  • Το Μάι Τάι είναι ένα κοκτέιλ από ρούμι, λικέρ Κουρασάο, σουμάδα και χυμό λάιμ.
  • Το τεκίλα σανράιζ ("tequila sunrise") είναι κοκτέιλ από τεκίλα, χυμό πορτοκαλιού και σιρόπι γρεναδίνης.
  • Το ολντ φάσιοντ (αγγλικά: "old fashioned", κυριολεκτικά "παλιομοδίτικο") είναι κοκτέιλ που φτιάχνεται με ανακάτεμα ζάχαρης με μπίτερ και νερό, προσθέτοντας ουίσκι (συνήθως σίκαλης ή μπέρμπον) και γαρνίροντας με φλούδα ή ξύσμα πορτοκαλιού και ένα κοκτέιλ κεράσι.

  • Το νεγκρόνι είναι ιταλικό κοκτέιλ το οποίο φτιάχνεται αναμειγνύοντας τα εξής οινοπνευματώδη ποτά : τζιν, καμπάρι, βερμούτ κόκκινο, γλυκό.
  • Ένα σφηνάκι ουίσκι «βυθίζεται» σε ένα χαμηλό ποτήρι με μπίρα Lager και καταναλώνεται απευθείας για αυτό και το κοκτέιλ αποκαλείται Υποβρύχιο Σφηνάκι.
  • Το κοκτέιλ είναι κατηγορία των μικτών ποτών, στην οποία κάθε είδος πρέπει να περιέχει τουλάχιστον ένα οινοπνευματώδες ποτό ως συστατικό.
  • Το μοσχολέμονο είναι συστατικό αρκετών κοκτέιλ "highball" ("Highball" είναι το όνομα μιας οικογένειας από ανάμεικτα ποτά που αποτελούνται από ένα οινοπνευματώδες ποτό και με ένα άλλο μη-αλκοολούχο ποτό μεγαλύτερης όμως αναλογίας), συχνά με βάση το τζιν, όπως το τζιν και τόνικ, το (κοκτέιλ) τζίν με λεμονάδα "(gimlet (cocktail))" και το "Rickey".
  • ... "gin") είναι οινοπνευματώδες ποτό, ευρύτερα γνωστό ως κύριο συστατικό του τζιν τόνικ καθώς και άλλων κοκτέιλ.

  • Παρασκευασμένο χρένο είναι ένα κοινό συστατικό στο κοκτέιλ "Bloody Mary" και στη σάλτσα κοκτέιλ και χρησιμοποιείται ως σάλτσα ή άλειμμα του σάντουιτς.
  • Ο τύπος εξαγωγής προτιμάται ιδιαίτερα για κοκτέιλ και "long drinks".
Advertisement
© dict.cc English-Greek dictionary 2024
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!