Advertisement
 Translation for 'κονσέρβα' from Greek to English
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
can {noun}κονσέρβα {η}
1 translation
To translate another word just start typing!

Translation for 'κονσέρβα' from Greek to English

κονσέρβα {η}
can {noun}
Advertisement
Usage Examples Greek
  • Τα νεροκάστανα τρώγονται βραστά ή γίνονται και κονσέρβα ενώ σε κάποιες περιοχές της Ινδίας ακόμη και αλεύρι.
  • Το γιακιτόρι δεν περιορίζεται σε εξειδικευμένα καταστήματα: Βρίσκεται εύκολα στα μενού των ιζακάγια (:Ιαπωνικά μπαρ) σε όλη την Ιαπωνία και πωλείται ως προμαγειρεμένο φαγητό, ως κατεψυγμένα πακέτα σε συσκευασία κενού αέρος ή ακόμα και σε κονσέρβα.
  • Η Επιχείρηση Χίμλερ (λιγότερο γνωστή ως Επιχείρηση Κονσέρβα ή Επιχείρηση Κονσερβοποιημένα Αγαθά) ήταν προβοκάτσια το 1939 που σχεδιάστηκε από τη ναζιστική Γερμανία για να δημιουργήσει την εντύπωση περί πολωνικής επιθετικότητας εναντίον της Γερμανίας. Χρησιμοποιήθηκε από τους Ναζί για να δικαιολογήσουν την εισβολή στην Πολωνία. Το σχέδιο περιελάμβανε τη διεξαγωγή ψευδών επιθέσεων εναντίον δήθεν των Γερμανών, χρησιμοποιώντας αθώους ανθρώπους ή κρατούμενους στρατοπέδων συγκέντρωσης. Η Επιχείρηση Χίμλερ ήταν αναμφισβήτητα η πρώτη πράξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη.
  • Κάθε μέρα αγοράζει μία κονσέρβα ανανά με ημερομηνία λήξης την 1η Μαΐου, επειδή η Μέι απολάμβανε να τρώει ανανά.
  • Ο Φάγκνερ Κονσέρβα Λέμος ("Fagner Conserva Lemos," 11 Ιουνίου 1989), γνωστός απλά ως Φάγκνερ, είναι Βραζιλιάνος επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, ο οποίος αγωνίζεται ως δεξιός πλάγιος αμυντικός για την Κορίνθιανς.

  • Τα περισσότερα είδη γατοτροφών που αγοράζονται από το κατάστημα έρχονται είτε σε ξηρή μορφή, επίσης γνωστή στις ΗΠΑ ως κροτίδες ή σε υγρή κονσέρβα.
  • Το 1962 είχε την ιδέα να προσθέσει ανανά από κονσέρβα πάνω στην πίτσα.
  • Κυκλοφορούσε σε χαρακτηριστική κονσέρβα σε σχήμα μικρού τούβλου, η οποία άνοιγε χρησιμοποιώντας ένα ενσωματωμένο κλειδί με το οποίο αποσπάται μία λεπτή λωρίδα από το πάνω μέρος της κονσέρβας.
  • προβάλλει κονσέρβα, από το αρχείο των προκατόχων του και το δεύτερο ως συνέχεια του "Τηλεκρήτη" διαθέτοντας εξαρχής άδεια γενικού ενημερωτικού χαρακτήρα σε αντίθεση με των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης.
  • Αρχικά πειραματίστηκε με ένα πιστολάκι για τα μαλλιά με αντεστραμμένο τον αέρα και μια κονσέρβα.

    Advertisement
    © dict.cc English-Greek dictionary 2024
    Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
    Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!