Translation for '
πιάτα' from Greek to English
1 translation
To translate another word just start typing!
Usage Examples Greek
- Η βάση ενός τυπικού ινδικού γεύματος είναι ένα δημητριακό μαγειρεμένο με απλό τρόπο και συμπληρωμένο με γευστικά αλμυρά πιάτα.
- Στη βιετναμέζικη κουλτούρα, ορισμένα ειδικά, παραδοσιακά πιάτα (ιδιαίτερα επιδόρπια) παρασκευάζονται μόνο για συμπόσια επετείου θανάτου.
- Αυτά τα δώδεκα πιάτα παραδοσιακά δεν περιέχουν κρέας, γάλα ή αυγά, όταν σερβίρονται γι'αυτό το σκοπό.
- Οι σύγχρονοι σεφ χρησιμοποιούν τόσο το παραδοσιακό βαλσάμικο ξύδι της Μόντενα με φειδώ σε απλά πιάτα όπου επισημαίνονται οι περίπλοκες γεύσεις του βαλσάμικου ξύλου, χρησιμοποιώντας το για να βελτιώσει πιάτα όπως χτένια ή γαρίδες, ή σε απλά ζυμαρικά και ριζότο.
- Η κουζίνα είναι ο τρόπος μαγειρικής ο οποίος γίνεται διακριτός από τα ξεχωριστά συστατικά, τεχνικές και πιάτα, τα οποία συνήθως συνδέονται με ένα συγκεκριμένο πολιτισμό ή γεωγραφική περιοχή.
- Τα συνοδευτικά πιάτα είναι συνήθως βραστές, τηγανητές ή πουρέ πατάτας, φακό φαγόπυρου, ρύζι ή ζυμαρικά.
- Η μεγάλη πλειοψηφία των παραδοσιακών εστιατορίων σερβίρει πιάτα με ωμό ή τηγανητό kaçkavall χωρίς επιπλέον κόστος πριν σερβιριστούν τα κύρια πιάτα.
- Το τσάτνεϋ πράσινου μάνγκο συνοδεύει πιάτα όπως ρύζι και κάρυ, σαμόσες καθώς και άλλα πιάτα της Ινδικής κουζίνας.
- Τα πρώτα τηλεοπτικά δορυφορικά πιάτα κατασκευάστηκαν για τη λήψη αναλογικών σήματων στην C-band και ήταν πολύ μεγάλα.
- Eίναι το λευκό στρώμα που καλύπτει τον μουσακά και το παστίτσιο, ενώ συνηθίζεται στις μελιτζάνες παπουτσάκια, στον πουρέ μελιτζάνας του χουνκιάρ μπεγεντί και σε πολλά πιάτα με ζυμαρικά.
- Η γαλλική κουζίνα έχε χορτοφαγικά πιάτα, αλλά αυτά θεωρούνται συχνά ως πρώτα ή δευτερεύοντα πιάτα, και το βασικό είναι σχεδόν πάντα κρέας ή ψάρι.
- Ως αποτέλεσμα, χιλιάδες περιορισμένης έκδοσης πιάτα κατέκλυσαν την αγορά και αγοράστηκαν από συλλέκτες, μερικοί από τους οποίους ουδέποτε εξέθεσαν τα πιάτα, αλλά τα διατήρησαν σε άριστη κατάσταση με την αποθήκευση τους.
- Το Σάμτζανγκ χρησιμοποιείται κυρίως σε πιάτα "σαμ" (πιάτα με κρέας τυλιγμένα με μαρούλι ή Κινέζικο λάχανο).
- Ορισμένα δημοφιλή πιάτα όπως το "nasi goreng", "το gado-gado", το "σατέ" και το "soto" είναι πανταχού παρόντα και θεωρούνται εθνικά πιάτα.
- Στην κορεάτικη κουζίνα, Κίμτσι (Kimchi) ονομάζεται κάθε ένα από τα παραδοσιακά πιάτα λαχανικών τουρσί και καρυκευμάτων που αποτελούν τα πιο διαδεδομένα ορεκτικά (banchan) στη Βόρεια Κορέα και στη Νότια Κορέα.
- Η ΤΔΒΚ είναι επίσης γνωστή για πολλά πιάτα.
© dict.cc English-Greek dictionary 2025
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!