Advertisement
 Translation for 'σεμνός' from Greek to English
modest {adj}σεμνός
humble {adj}σεμνός
2 translations
To translate another word just start typing!

Translation for 'σεμνός' from Greek to English

σεμνός
modest {adj}

humble {adj}
Advertisement
Usage Examples Greek
  • Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς, γνώρισε τη Μαρίνα Τσβετάεβα, η οποία τον περιέγραψε σε μια επιστολή ως εξής: «ένας νεαρός Ρώσος Γερμανός - όπως ο Νταλ, ένας μεγάλος και σεμνός φιλόλογος».
  • Ήταν σεμνός και κάπως ντροπαλός, αποφεύγοντας δημόσιες εκδηλώσεις όπως τα εγκαίνια των δικών του εκθέσεων.
  • Ο Βιλλάρ ήταν ένας σεμνός άνθρωπος και δεν πρότεινε συγκεκριμένο όνομα για το είδος της ακτινοβολίας που είχε ανακαλύψει.
  • Το "Χρονικό των Πασκιέ" αφηγείται την οικογενειακή και κοινωνική ιστορία, για πάνω από σαράντα χρόνια (από το 1889 έως το 1931), του Ρεϊμόν Πασκιέ και των πέντε παιδιών του: ο Ζοζέφ είναι ο μεγαλύτερος, ο σεμνός Φερντινάν, ο Λωράν είναι ο αφηγητής και κεντρικός χαρακτήρας του χρονικού, η Σεσίλ και η μικρότερη κόρη Σουζάν.
  • Στους "Διαλογισμούς του" ο Μάρκος Αυρήλιος, ο οποίος ήταν μόλις 3 ετών όταν πέθανε ο πατέρας του, λέει γι' αυτόν: «Από όσα άκουσα για τον πατέρα μου και από τη μνήμη μου γι' αυτόν, ήταν σεμνός και ανδρείος».

  • Ένα από τα ιδιαίτερα δημοφιλή θεάματα ήταν ο όχι και τόσο σεμνός χορός "καν- καν", που προκαλούσε θαυμασμό και δέος στους θαμώνες αλλά και τρομερή κοινωνική κατακραυγή στους ευυπόληπτους πολίτες.
  • Ο Άγιος Τύχων γεννήθηκε το 1865 στην πόλη Τοροπιέτς της επαρχίας Πσκώβ, όπου σεμνός και μετριόφρων, διακρινόταν ανάμεσα στους συμμαθητές του για τον εξαιρετικό του χαρακτήρα.
  • Ήταν ένας σεμνός μελετητής της ανθρώπινης ψυχής και συμπεριφοράς.
  • Ο Γεννάδιος θεωρούνταν ιεράρχης θεοσεβής, σεμνός, με παιδεία φροντισμένη.
  • Συνεπής, σεμνός και ακούραστος σ΄ολόκληρη τη ζωή του, με ανοιχτό πνεύμα και αγωνία για την πορεία του προοδευτικού χώρου, έδινε το δικό του ξεχωριστό παρόν στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες.

  • Ο Αλαεντίν ήταν ως προσωπικότητα σεμνός και έζησε σχετικά ταπεινά, σε αντίθεση με τον περιπετειώδη και πολεμοχαρή αδελφό του (με τον οποίο πάντως συνεργάστηκε άψογα).
  • Άνθρωπος εξαιρετικά λιτός και σεμνός ἐμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του Οθωμανός υπήκοος, δηλώνοντας στην ομήγυρή του ότι "κι αν μου αφαιρέσουν τα πλούτη και τις τιμές, την ελληνική μου ψυχή δε μπορούν να μου την αφαιρέσουν".
  • Ο διάκοσμος του ναού είναι καλαίσθητος και σεμνός δίνοντας την αίσθηση της ευλάβειας.
  • Ήταν σεμνός και ευλαβής προς τα θεία [...] , αλλά θεωρούταν και λατινόφρων.
  • Ήταν σεμνός και απλός στους τρόπους [...] , ελεήμων, πράος [...] και θερμός εραστής της εκκλησιαστικής τάξης και ακολουθίας.

    Advertisement
    © dict.cc English-Greek dictionary 2024
    Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
    Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!