Advertisement
 Translation for 'τυχαία' from Greek to English
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
by chance {adv}τυχαία
arbitrary {adj}τυχαία
2 translations
To translate another word just start typing!

Translation for 'τυχαία' from Greek to English

τυχαία
by chance {adv}

arbitrary {adj}
Advertisement
Usage Examples Greek
  • Μια τυχαία διαδικασία διακριτού χρόνου περιλαμβάνει ένα σύστημα που βρίσκεται σε μια συγκεκριμένη κατάσταση σε κάθε βήμα, με την κατάσταση να μεταβάλλεται τυχαία μεταξύ των βημάτων.
  • Ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής εντοπίστηκαν τυχαία το 1927 κατά τη διάρκεια ανασκαφής τάφων.
  • Τα περιστατικά που μπορούν ν΄ απαρτίσουν δικαιοπραξία διακρίνονται σε ουσιώδη, επουσιώδη και τυχαία.
  • Ουσιαστικά είναι η "τυχαία επιλογή" του παιχνιδιού (που επιλέγει τυχαία διαφορετικούς μαχητές για εμφάνιση για την έλξη επίδειξης του παιχνιδιού), αλλά χακάροντας το παιχνίδι αποκαλύπτει ότι είναι ένας αυτόνομος χαρακτήρας.
  • Οι μεταλλακτικές υποθέσεις τονίζουν την τυχαία παρέκκλιση και τις αποκλίσεις στα μοτίβα μετάλλαξης.

  • Η Σούζι, έτσι ονομάζονταν η λευκή γάτα, αποτέλεσε και την αφετηρία για μια εντελώς νέα φυλή καθώς τα πτυχωμένα της αυτιά, όπως αποδείχθηκε, οφείλονταν σε μια τυχαία γενετική μετάλλαξη, η οποία παρόλα αυτά συνεχίστηκε να επαναλαμβάνεται σε τυχαία σειρά στις επόμενες γενιές.
  • Έτσι, για μια Πουασσόν-κατανεμημένη τυχαία μεταβλητή  σ2 = μ.
  • Οι τρεις ομάδες τάξεων που μπορεί να ανήκει το κάθε μαγικό τετράγωνο είναι: γίνεται με την τυχαία παραγωγή n × n πινάκων στοιχείων από το 1 έως το n2 και κατόπιν ελέγχεται αν το αποτέλεσμα είναι μαγικό τετράγωνο.
  • Το πιο απλό πειραματικό σχέδιο είναι ο πλήρως τυχαιοποιημένος σχεδιασμός "(Completely Randomized Design)" σύμφωνα με τον οποίο, εργαζόμαστε με k ανεξάρτητα τυχαία δείγματα, ένα από κάθε πληθυσμό (η διαφορετικά έναν από κάθε στάθμη του παράγοντα (factor) και το οποίο αποτελεί γενίκευση του ελέγχου των μέσων τιμών μ1 και μ 2 , δύο κανονικών πληθυσμών με δύο ανεξάρτητα τυχαία δείγματα.
  • Κάθε εικονική νυχτερίδα πετάει τυχαία, με μια ταχύτητα ui στη θέση xi με μεταβαλλόμενη συχνότητα ή μήκος κύματος και ένταση ήχου Α.

  • Οι περιστρεφόμενοι τροχοί εκτοξεύουν λάδι γύρω τους, ενώ οι ράβδοι στροφάλου στην επιφάνεια του λαδιού, πιτσιλάν προς τυχαία κατεύθυνση πάνω στις εσωτερικές επιφάνειες της μηχανής.
  • Θεωρούμε την τυχαία μεταβλητή Χ που εκφράζει τον αριθμό των επιτυχιών.
  • Αποτελεί σημαντική εξελικτική διαδικασία που οδηγεί σε τυχαία αύξηση ή ελάττωση των αλληλομόρφων από γενιά σε γενιά, στην τυχαία εγκαθίδρυση ή και απώλειά τους.
  • Μια τυχαία μεταβλητή είναι μια πραγματική συνάρτηση που ορίζεται σε ένα δειγματικό χώρο Ω, δηλαδή μια συνάρτηση της μορφής [...] ή [...] , όπου Α είναι ένα υποσύνολο των πραγματικών αριθμών.
Advertisement
© dict.cc English-Greek dictionary 2024
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!