Advertisement
 Translation for 'επώνυμο' from Greek to English
surname {noun}επώνυμο {το}
1 translation
To translate another word just start typing!

Translation for 'επώνυμο' from Greek to English

επώνυμο {το}
surname {noun}
Advertisement
Usage Examples Greek
  • Ήδη από το Γυμνάσιο υπέγραφε ως "Πυθαγόρας", χωρίς το επώνυμό του, και στην ερώτηση καθηγητή του γιατί δεν γράφει και το επώνυμο, αυτός απάντησε: «Ένας είναι ο Πυθαγόρας, όλοι με ξέρουν, δεν χρειάζεται το επώνυμο».
  • Το επώνυμο "Jaworski" (Γιαβόρσκι), που σημαίνει κάποιον του οποίου οι πρόγονοι είχαν δεσμούς με τον Γιάβορ, είναι ένα αρκετά κοινό επώνυμο τόσο στην ίδια την Πολωνία όσο και μεταξύ των Πολωνών μεταναστών σε χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες.
  • Τα τέκνα της είχαν το επώνυμο (Κομνηνός) Βρυέννιος, όπως και η Άννα είχε το επώνυμο (Δούκαινα) Κομνηνή.
  • Το 1817, ο 5ος Δούκας έλαβε την άδεια να χρησιμοποιεί το επώνυμο Τσώρτσιλ σε συνδυασμό με το επώνυμο Σπένσερ, προκειμένου να διαιωνιστεί το όνομα του επιφανούς προπάππου του.
  • Αναγκασμένη από τη φασιστική φοβία των ξένων πολιτισμών να αλλάξει το επώνυμό της, υιοθέτησε το επώνυμο της γιαγιάς της πατέρας της.

  • Το επώνυμο «Μπαλτασάρ», που κάποτε εκλαμβάνεται λανθασμένα ως φιλολογικό ψευδώνυμο, ήταν το νόμιμο επώνυμο που υιοθέτησε ο ποιητής μετά το διάταγμα του Γενικού Κυβερνήτη των Φιλιππίνων Ναρθίσο Κλαβέρια υ Θαλδούα το 1849, που υποχρέωνε τον ιθαγενή πληθυσμό να αποκτήσει ισπανικά επώνυμα αντί εκείνων των τοπικών γλωσσών.
  • Μπορούν να εφαρμοστούν είτε στο όνομα είτε στο επώνυμο, ανάλογα με ποιο δίνεται.
  • Άλλα Ρωμαία με όμοιο επώνυμο ήταν η Ιουνία Τέρτια, ετεροθαλής αδελφή τού Μάρκου Ιούνιου Βρούτου τού Νεότερου, πολιτικού της περιόδου της Δημοκρατίας.
  • Ήταν γιος του Χατζη-Γεωργίου Μελά (αρχικό επώνυμο: Γραμματικάκης), ο οποίος είχε μελίσσια, από όπου προήλθε και το επώνυμο.
  • Το Χέντερσον ("Henderson") είναι ένα πολύ συνηθισμένο σκωτσέζικο επώνυμο.

  • Γεννήθηκε στο χωριό Λέσιγιε στην Παρασίν, από το όνομα του χωριού προέρχεται και το επώνυμο του Λεσιάνιν, το πραγματικό του επώνυμο ήταν Γιοβάνοβιτς και το Λεσιάνιν παρωνύμιο που τελικά επικράτησε σαν επώνυμο του.
  • Εκείνη την περίοδο, πρόσθεσε στο πραγματικό του επώνυμο και το επώνυμο Τζόουνς.
  • Η οικογένεια άλλαξε το αρχικό της επώνυμο όταν ο Χατζη-Γεώργιος Ζέρβας, παππούς του Λάζαρου και του Γεώργιου Κουντουριώτη, ταξίδεψε στα Κούντουρα.
  • Το τοπωνύμιο και το επώνυμο συναντιόνται σε πράξη του Τούρκου Σταμάτη στις 11 Μαρτίου 1532.
  • Το αρχικό του επώνυμο ήταν Λαγαρίας, το οποίο είχε πάρει από τη μητέρα του καθώς ο πατέρας του δεν δέχτηκε να τη παντρευτεί και απομακρύνθηκε από αυτήν πριν εκείνος γεννηθεί.

  • Το "Μητριαρχικό επώνυμο" ή "επώνυμο από την πλευρά της μητέρας", που δίνεται ή κληρονομείται από την γραμμή της μητέρας, αντιμετωπίζεται σε δικό του εντελώς χωριστό άρθρο, προκειμένου να αποφευχθεί να περιπλέξει το μεγάλο αυτό το άρθρο για το Επώνυμο.
  • Το επώνυμο Κανάρης αναφέρεται σε σπουδαία οικογένεια ναυτικών και πολιτικών από τα Ψαρά.
Advertisement
© dict.cc English-Greek dictionary 2024
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!