1 translation
To translate another word just start typing!
Usage Examples Greek
See more ...
- Παράλληλα στρέφει πλέον τις προσπάθειες του να πείσει μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, να προχωρήσουν την έρευνα που ο ίδιος στερούμενος των αναγκαίων μέσων δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει.
- Ένα έργο δύσκολο, ένας πραγματικός άθλος για τον ηθοποιό που στερούμενος τα άλλα εκφραστικά του μέσα είναι υποχρεωμένος να παίξει μόνο με το πρόσωπο και τη φωνή.
- Ο Φαραντέι στερούμενος μαθηματικής μόρφωσης και αυτοδίδακτος, προικισμένος όμως με καταπληκτική φαντασία και παρατηρητικότητα κατάφερε να γίνει ειδήμων στις έρευνές του και να αναδειχθεί σε κορυφαίο επιστήμονα συμβάλλοντας όσο λίγοι στην ανάπτυξη των σημερινών γνώσεων της Χημείας και της Φυσικής, πρώτιστα όμως στον Ηλεκτρισμό.
- Η καταστροφή στη Νικόπολη εξόργισε αρκετούς Ούγγρους άρχοντες, οδηγώντας σε αστάθεια το βασίλειο. Στερούμενος την εξουσία του στην Ουγγαρία ο Σιγισμούνδος έστρεψε στη συνέχεια την προσοχή του στην εξασφάλιση της διαδοχής στη Γερμανία και τη Βοημία και αναγνωρίστηκε από τον άτεκνο ετεροθαλή αδελφό του Βεντσεσλάβο Δ΄ ως Γενικός Αναπληρωτής του ολόκληρης της Αυτοκρατορίας. Ωστόσο δεν μπόρεσε να υποστηρίξει τον Βεντσεσλάβο όταν καθαιρέθηκε το 1400 και ο Ρούπερτ της Γερμανίας, Εκλέκτορας του Παλατινάτου, εξελέγη στη θέση του βασιλιάς της Γερμανίας.
- Η γραφή αυτή γίνονταν (ασκούνταν) από οποιονδήποτε Αθηναίο πολίτη που είχε πλήρη πολιτικά δικαιώματα εναντίον οποιουδήποτε άλλου που στερούμενος αυτών κατείχε ή ασκούσε δημόσιο έργο.
- Γενικά στη στρατιωτική τακτική και ειδικότερα του ιππικού καθώς και στους ελάτες του πυροβολικού, ως άνιππος χαρακτηρίζεται ο ανήκων μεν σ΄ αυτά τα όπλα άνδρας, στερούμενος όμως ίππου (αλόγου) για διάφορους λόγους, είτε γιατί φονεύθηκε, είτε γιατί δεν του είχε χορηγηθεί εξ αρχής, είτε γιατί η ειδικότητά του να μη δικαιολογεί ίππο κ.λπ..
- Το 1865, σε μεγάλη πλέον ηλικία, με νέα αίτησή του ζητούσε μια μικρή σύνταξη για να επιβιώσει: "την δικαία αμοιβή μου ως στερούμενος αυτού του καθημερινού άρτου".
- Ο Όμηρος το αναφέρει στο επικό του έργο, την "Ιλιάδα", ενώ η θεά Αφροδίτη, η θεά του Έρωτα, ταυτίζεται με το νησί και παίρνει το όνομα Κυθέρεια (Ακύθηρος λεγόταν ο στερούμενος θέλγητρων άνθρωπος).
- Ο Ντερζάβιν γεννήθηκε στο Καζάν. Γιος ευγενών που όμως λόγω οικονομικών ατυχιών είχαν εκπέσει του κοινωνικού τους κύρους, με απώτερη ταταρική καταγωγή, πέρασε δύσκολα νεανικά χρόνια. Τρία χρόνια φοίτησε στο Λύκειο του Καζάν όπου δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του, φεύγοντας για την Αγία Πετρούπολη για να καταταγεί στον τσαρικό στρατό. Στερούμενος ισχυρών προστατών, υπηρέτησε ως απλός στρατιώτης στη Φρουρά της Αγίας Πετρούπολης.
- Ο στρατηγός θα βρεθεί ξανά σε δυσμένεια το 562, στερούμενος τόσο τη δόξα που του άρμοζε, όσο και τη θέση του στη ρωμαϊκή ιεραρχία, αλλά αποκαταστάθηκε σύντομα.
- Στερούμενος πρωτοβουλίας και βλέποντας να παρασύρεται από τους ραδιούργους αυλικούς, εξαναγκάσθηκε να παραιτηθεί το 1057 και να αποσυρθεί σε μοναστήρι εγκαταλείποντας τον θρόνο στον ιδρυτή της δυναστείας των Κομνηνών, τον Ισαάκιο Α'.
© dict.cc English-Greek dictionary 2023
Contains translations by TU Chemnitz and Mr Honey's Business Dictionary (German-English only).
Links to this dictionary or to individual translations are very welcome!