Werbung
 Übersetzung für 'δίοδος' von Griechisch nach Deutsch
ηλεκτρ.
δίοδος {η}
Diode {f}
ηλεκτρ.
δίοδος {η} αερίου
Gasdiode {f}
ηλεκτρ.
δίοδος {η} αναφοράς
Referenzdiode {f}
μαθ.
δίοδος {η} απομόνωσης
Trenndiode {f}
ηλεκτρ.
δίοδος {η} γερμανίου
Germaniumdiode {f}
5 Übersetzungen
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Κοντά στη διώρυγα οδεύει μια αρχαία λίθινη δίοδος, η Δίολκος, που χρησιμοποιείτο άλλοτε για να σύρονται τα πλοία δια ξηράς.
  • Εσφαλμένα πολλές φορές η δίοδος Ζένερ καλείται και αντίσταση ή αντιστάτης Ζένερ.
  • Αντίθετα, μια Δίοδος Ζένερ έχει την ιδιότητα να λειτουργεί στην περιοχή κατάρρευσης και γι' αυτό πολλές φορές χαρακτηρίζεται και ως δίοδος κατάρρευσης.
  • Ο Λεγκέ, όπως και τα άλλα ποτάμια, ήταν μία εύκολη δίοδος διείσδυσης για τους εισβολείς, οπότε το Λανιόν απέκτησε κάστρο από τον Μεσαίωνα.
  • Η Κοιλάδα του Ακονκάγκουα χρησίμευσε ως δίοδος για τη σιδηροδρομική γραμμή που διέσχιζε τις Άνδεις ("Ferrocarril Trasandino"), ενώ κατά μήκος του έχουν χαραχθεί και εθνικές οδοί.

  • Το "Σηράγγιον" ή "Σηραγγείον" ή "Σήραγγα", είναι επίσης μια σπηλαιώδης κατασκευή ή/και υπόγεια δίοδος, στην ανατολική πλευρά της Καστέλλας, σε απότομη βραχώδη ακτή, πάνω από τη θάλασσα, στη σημερινή θέση "«Βοτσαλάκια»".
  • Το τρανζίστορ, η κρυσταλλοδίοδος, η δίοδος Zener, η δίοδος Tunnel και τα ολοκληρωμένα κυκλώματα είναι μερικά από τα στοιχεία που ανήκουν στους ημιαγωγούς.
  • Για να επιτευχθεί ηλεκτρική απομόνωση, μια δίοδος φωτοεκπομπής LED χρησιμοποιείται με ένα φωτοτρανζίστορ.
  • Το όνομα Κλεισούρα, ή Κλεισώρεια, γενικά χαρακτηρίζει στενό πέρασμα, στενή δίοδος, που απαντάται συνηθέστερα στο σημείο συνάντησης πλαγιών δύο ή τριών βουνών και ειδικότερα όταν αυτές είναι βραχώδεις και απότομες, οπότε και πρόκειται για προσπελάσιμο φαράγγι.
  • Από το «Μετόχι Καλογρέζας» ξεκινά υπόγεια σήραγγα διαφυγής (δίοδος) που καταλήγει στο διπλανό Δήμο «Φιλοθέης - Ψυχικού».

  • Τα κυριότερα ηλεκτρικά παθητικά στοιχεία είναι η αντίσταση, το πηνίο, ο πυκνωτής και η δίοδος (κρυσταλλοδίοδος).
  • Βασικός του ρόλος είναι η δίοδος, πέψη, χρήση και αποβολή της τροφής.
  • Η λέξη δερβέναγας ή "ντερβέναγας" ή "ντερβεναγάς" είναι τουρκική λέξη σύνθετη εκ των περσικού "ντερμπέντ" (= δίοδος, πέρασμα) και "Αγάς" (= αρχηγός - τοπάρχης) που σημαίνει τον επιτετραμένο αρχηγό φρουράς διάβασης ή περάσματος (Δερβένι).
  • Η δίοδος λειτουργεί, όσο το ανάστροφο ρεύμα είναι μικρότερο του Ιzmax.
Werbung
© dict.cc Greek-German dictionary 2025
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!