Werbung
 Übersetzung für 'επιπόλαιος' von Griechisch nach Deutsch
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
επιπόλαιος {adj}flatterhaft
1 Übersetzung
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Übersetzung für 'επιπόλαιος' von Griechisch nach Deutsch

επιπόλαιος {adj}
flatterhaft
Werbung
Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Ο Ηλίας φαίνεται πολύ πιθανόν ότι το παρωνύμιο Τσαλαφατίνος ή Τζαλαφατίνος, το πήρε από μικρός λόγω του ενθουσιώδους και ορμητικού χαρακτήρα του (στη Μάνη τσαλαφός σημαίνει απερίσκεπτος, επιπόλαιος).
  • Απογοητευμένη διαπιστώνει ότι έχει γίνει επιπόλαιος και ανεύθυνος.
  • Όταν το 1349 έφτασαν στον βυζαντινό αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό οι ειδήσεις ότι ο αυτοκράτορας της Τραπεζούντας Μιχαήλ ήταν μη δημοφιλής αλλά και (με τα λόγια του Λαζαρόπουλου) «απότομος και επιπόλαιος, καθώς και γέρος και άτεκνος», ο Καντακουζηνός αποφάσισε να παρέμβει στην πολιτική της Τραπεζούντας στέλνοντας τον νεαρό Ιωάννη Κομνηνό (ο οποίος επρόκειτο να στεφθεί ως Αλέξιος Γ΄ Μέγας Κομνηνός) στην Τραπεζούντα για να αντικαταστήσει τον Μιχαήλ.
  • Ο Ιωάννης πέθανε (1244) και τον διαδέχτηκε ο μικρότερος αδελφός του Δημήτριος Κομνηνός Δούκας που ήταν σπάταλος και επιπόλαιος ηγεμόνας με αποτέλεσμα να προκαλέσει το μίσος των κατοίκων της πόλης.
  • Η οικογένεια του ήταν στη δεύτερη σειρά ιεραρχίας των ευγενών και ανέβηκε λόγω της πίστης που έδειξε στους Πλανταγενέτες αλλά όπως ακούγεται ήταν άνθρωπος επιπόλαιος και βίαιος.

  • Σύμφωνα με το "Μικρογραφημένο Χρονικό", επειδή ήταν επιπόλαιος και είχε νεανική τρέλα, ο εξάδελφός του Στέφανος Α΄ της Ουγγαρίας τον φυλάκισε και τον τύφλωσε στο φρούριο Νίτρα της Σλοβακίας.
  • Όμως το ένδοξο όνομα, η ηρωική προαίρεση και η τύχη του δεν έφτασαν για να επιτύχει τις ελπίδες του: ήταν επιπόλαιος σε προσκολλήσεις, άστατος και βιαστικός στην εκτέλεση των πραγμάτων".
  • Μετά την πτώση του Φουκέ, ο ονειροπόλος, αφηρημένος και επιπόλαιος Λα Φονταίν έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του ως παράσιτος σε μέγαρα φιλόμουσων ευγενών (είκοσι χρόνια, σχεδόν ως τον θάνατό του, στο μέγαρο της μαντάμ ντε Σαμπλιέρ).
  • Δήλωσε ότι ο Έρωτας έπρεπε τώρα να αρχίσει να φέρεται επιτέλους όπως ένας αληθινός σύζυγος και όχι ως επιπόλαιος νέος, και κατέστησε σαφές στην Αφροδίτη ότι ο Έρωτας δεν είχε κάνει κακό γάμο, επειδή η Ψυχή θα γινόταν θεά.
  • Ο Ανδρέας Τεπενδρής (Λάμπρος Κωνσταντάρας) είναι ένας επιπόλαιος μεσήλικας που δεν έχει καταφέρει να σταθεροποιηθεί επαγγελματικά και καταπιάνεται κατά καιρούς με διάφορες δουλειές.

  • Ο Γκυ εμφανίζεται σε μια σειρά από μυθιστορήματα όπως στα έργο του συγγραφέα Γκράχαμ Σέλμπι (1939 - 2016) "Οι Ιππότες του Σκοτεινού Φήμης" και "Η Ιερουσαλήμ της Σεσίλης Χόλλαντ", παρουσιάζεται σαν καλοκάγαθος άνδρας αλλά αδύναμος και επιπόλαιος.
Werbung
© dict.cc Greek-German dictionary 2024
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!