Werbung
 Übersetzung für 'κοινωνικός' von Griechisch nach Deutsch
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
κοινωνικός {adj} [που του αρέσουν οι επαφές]gesellig
1 Übersetzung
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Ο Φρανσουά- Αλεξάντρ- Φρεντερίκ ντε Λα Ροσφουκώ- Λιανκούρ (François Alexandre Frédéric de La Rochefoucauld-Liancourt) (11 Ιανουαρίου 1747 - 27 Μαρτίου 1827) ήταν Γάλλος κοινωνικός μεταρρυθμιστής.
  • ... 19 Ιουλίου 1929 – 4 Αυγούστου 2000) ήταν Ουκρανή ζωγράφος, τοιχογράφος, κοινωνικός ακτιβιστής και μέλος του Κλαμπ Δημιουργικής Νεότητας.
  • Η "Ζαράνα Πάπιτς" (4 Ιουλίου 1949 - 10 Σεπτεμβρίου 2002) ήταν Σέρβα κοινωνικός ανθρωπολόγος και θεωρητικός του φεμινισμού.
  • , αρχαϊκά νορβηγικά: "Den Nationale Legion") ήταν ένα βραχύβιο φασιστικό Άλλο διακεκριμένο στέλεχος ήταν ο συγγραφέας και κοινωνικός αναλυτής Άρλινγκ Βίνσνες (Erling Winsnes).
  • Ο Ιωάννης Περιστιάνης (αγγλικά: "John Peristiany", 1911 - 27 Οκτωβρίου 1988) ήταν Ελληνοκύπριος κοινωνικός ανθρωπολόγος.

  • Ο Τζον Κέννεντυ Κάμπελ (Αγγλικά: John Kennedy Campbell, 24 Ιανουαρίου 1924 - 5 Σεπτεμβρίου 2009) ήταν Βρετανός κοινωνικός ανθρωπολόγος.
  • Τον Οκτώβριο 1919 άρχισε να δουλεύει ως κοινωνικός λειτουργός του Ερυθρού Σταυρού στην Χόπκινσβιλ, Κεντάκι.
  • "Karl Wilhelm Diefenbach") (21 Φεβρουαρίου 1851, Χάνταμαρ, Δουκάτο του Νάσσαου – 15 Δεκεμβρίου 1913, Κάπρι) ήταν Γερμανός ζωγράφος και κοινωνικός μεταρρυθμιστής.
  • Κατά την συνταξιοδότησή του ακολούθησε το πάθος του ως ερασιτέχνης κοινωνικός ανθρωπολόγος και εντομολόγος και πραγματοποίησε ταξίδια στον κόσμο.
  • Ο Βασίλι Μπίκοφ (λευκορώσικα: "Васі́ль Уладзі́міравіч Бы́каў", 19 Ιουνίου 1924 – 22 Ιουνίου 2003) ήταν ένας διακεκριμένος Λευκορώσος συγγραφέας καθώς και κοινωνικός ακτιβιστής.

  • Τελείωσε τις μέρες του στην Κορτόνα, διοικητικός και κοινωνικός παράγων, και επί κεφαλής εργαστηρίου, τις πολυάριθμες παραγγελίες του οποίου εκτελούσαν κατά κανόνα βοηθοί του.
  • Ο Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου (Μοναστήρι, 1905 - Αθήνα, 31 Μαρτίου 1991) ήταν Έλληνας αρθρογράφος, κοινωνικός αναλυτής και ιστορικός.
  • Ο κοινωνικός συντηρητισμός είναι η ιδεολογία που πρεσβεύει την ιδέα ότι η κοινωνία είναι δομημένη πάνω σε αξίες και αυτές πρέπει να διατηρούνται.
  • Οι όροι κριτική ψυχολογία και κοινωνικός δομισμός είναι παρεμφερείς αλλά όχι ταυτόσημοι.
  • Η μόρφωση προσιδιάζει μόνο στον άνθρωπο από τα έμβια όντα, ενώ ο χαρακτήρας της είναι πολιτιστικός, αξιακός και κοινωνικός, που επιδρά στον άνθρωπο και στις ανάγκες του.

  • Ο Πιέρ Μπουρντιέ ("Pierre Bourdieu", 1 Αυγούστου 1930 - 23 Ιανουαρίου 2002) ήταν Γάλλος φιλόσοφος, κοινωνιολόγος και κοινωνικός επιστήμονας.
  • ... Σμύρνη, 1861–1922) ήταν διακεκριμένος Έλληνας δικηγόρος και δημοσιογράφος, ο οποίος ήταν πολιτικός και κοινωνικός ακτιβιστής.
Werbung
© dict.cc Greek-German dictionary 2024
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!