Werbung
 Übersetzung für 'κοινωνιολογία' von Griechisch nach Deutsch
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
επιστήμηκοινων.
κοινωνιολογία {η}
Soziologie {f}
1 Übersetzung
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Übersetzung für 'κοινωνιολογία' von Griechisch nach Deutsch

κοινωνιολογία {η}
Soziologie {f}επιστήμηκοινων.
Werbung
Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Από τον Δεκέμβριο του 1968 δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Βενσέν κοινωνιολογία.
  • Αποφοίτησε από την Ροβέρτειο Σχολή στην Κωνσταντινούπολη της Τουρκίας και σπούδασε κοινωνιολογία στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες.
  • Έχει διδακτορικό στην κοινωνιολογία και ειδικεύεται στην κοινωνιολογία του φύλου.
  • Ο Φίλιπ Γκόρσκι (Philip Stephen Gorski) είναι Αμερικανός κοινωνιολόγος, που ειδικεύεται στην κοινωνιολογία της θρησκείας και στην ιστορική κοινωνιολογία.
  • Η Τζάνετ Αμπού-Λούγκοντ (3 Αυγούστου του 1928-14 Δεκεμβρίου του 2013) ήταν κοινωνιολόγος με σημαντική συμβολή στη θεωρία των παγκόσμιων συστημάτων και στην αστική κοινωνιολογία, με καταγωγή από την Αμερική.

  • Πρόκειται για προβληματική προερχόμενη από την αμερικάνικη κοινωνιολογία.
  • Η αστική κοινωνιολογία έχει ακόμη έναν υποτιμέα που ονομάζεται κοινωνιολογία γειτονιάς που υποστηρίζει τη μελέτη των τοπικών κοινοτήτων και την ποικιλομορφία των αστικών γειτονιών.
  • Η λέξη έχει χρησιμοποιηθεί στην κοινωνιολογία της Αμερικανίδας Lester Frank Ward (1841-1913) προφανώς ληφθείσα από τα κείμενα του Auguste Comte.
  • Σπούδασε ιστορία στην , γεωγραφία και κοινωνιολογία στο πανεπιστήμιο Paris VIII.
  • Είναι γνωστός για τη συμβολή του στην κοινωνιολογία της γνώσης, την κοινωνιολογία της θρησκείας, τη μελέτη της νεωτερικότητας και την θεωρητική κατασκευή της κοινωνιολογικής θεωρίας.

  • Σπούδασε Σλαβικές Γλώσσες και Λογοτεχνία, Αρμενικές σπουδές και κοινωνιολογία στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.
  • Ακολούθησε νομικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στην κοινωνιολογία στη Σορβόνη.
  • Θεωρώντας την κοινωνιολογία ιστορικά διακρίνει κανείς μια σειρά γεγονότων που συνδέονται με την 'γέννηση' του αντικειμένου.
  • Σπούδασε κοινωνιολογία στο Amherst College στη Μασαχουσέτη στις ΗΠΑ, την περίοδο 1970-1975, και αργότερα ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό δίπλωμα στην κοινωνιολογία της ανάπτυξης στο London School of Economics, Ηνωμένο Βασίλειο, μεταξύ 1975 και 1977.
  • Όλα τα θέματα που αφορούν τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των επαγγελμάτων εξετάζονται και μελετώνται από ιδιαίτερο κλάδο της Κοινωνιολογίας καλούμενος Επαγγελματική κοινωνιολογία ή Κοινωνιολογία των επαγγελμάτων.

  • Το 1888 επέστρεψε για μεταπτυχιακό στην πολιτική οικονομία, με δευτερεύον αντικείμενο την κοινωνιολογία.
  • Σπούδασε Πολιτικές και Οικονομικές Επιστήμες με μεταπτυχιακό στην κοινωνιολογία.
  • Σπούδασε γαλλική φιλολογία στην Αθήνα, και κοινωνιολογία στο Παρίσι.
  • Έχει σπουδάσει κοινωνιολογία στην Φρανκφούρτη, πολιτικές επιστήμες και παιδαγωγική και πήρε δίπλωμα παιδαγωγικής το 1992.
Werbung
© dict.cc Greek-German dictionary 2024
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!