Übersetzung für '
κοπριά' von Griechisch nach Deutsch
2 Übersetzungen
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!
Anwendungsbeispiele Griechisch
- Ευδοκιμεί σε όλους τους τύπους των εδαφών αλλά είναι απαιτητικό φυτό γι αυτό χρειάζεται λίπανση με κοπριά ή χλωρού τύπου και σε διάφορες περιπτώσεις και λίπασμα.
- Η λίπανση με κοπριά ή οργανικά λιπάσματα θεωρείται απαραίτητη.
- Η ροδακινιά αποκρίνεται επίσης καλά σε λίπανση με κοπριά, αλλά βασικό στοιχείο για την καλή της ανάπτυξη και καρποφορία είναι οι κλιματολογικές συνθήκες.
- Η λίπανση όμως με διάφορα λιπάσματα ή κοπριά θεωρείται απαραίτητη.
- Οι απαιτήσεις σε νερό είναι μεγάλες και το τακτικό πότισμα είναι απαραίτητο ενώ η λίπανση του εδάφους είναι αναγκαία και πρέπει να γίνεται είτε με κοπριά είτε με ειδικά λιπάσματα.
- Το παιδικό αγρόκτημα “Adventure Farm” προμηθεύει τον κήπο κοπριά, και οι καφετέριες της γύρω περιοχής δωρίζουν κόκκους καφέ.
- Η βιομάζα αποτελείται από ξύλο, γεωργικά υπολείμματα και κοπριά.
- Τα θρεπτικά στοιχεία που βρίσκονται στη κοπριά σε διάφορες οργανικές ενώσεις μετά την χώνεψη μετατρέπονται σε προσλήψιμες μορφές.
- Ο σύζυγος της αχρηστεύτηκε σωματικά ύστερα από ατύχημα με το άλογο του (1384) και ήταν ανίκανος να κυβερνήσει, την ίδια εποχή ακούγεται ότι είπε στην σύζυγο του ότι θέλει να τον θάψουν σε έναν σωρό από κοπριά με την επιγραφή "εδώ βρίσκεται ο χειρότερος βασιλιάς και ο πιο άθλιος των ανθρώπων".
- Ο Ηρακλής καθάρισε την κοπριά σκάβοντας δύο χαντάκια στα θεμέλια των στάβλων και στρέφοντας μέσα από αυτά τα νερά του Πηνειού και του Αλφειού προς τους στάβλους.
- Αφού είχε απομακρυνθεί το τρίχωμα, ο βυρσοδέψης μαλάκωνε το δέρμα τρίβοντας πάνω του κοπριά ή μουλιάζοντας το δέρμα σε ένα διάλυμα από εντόσθια ζώου.
- Το βιοαέριο παράγεται από την αναερόβια χώνευση με αναερόβια βακτήρια ή με ζύμωση βιοδιασπώμενων υλικών όπως κοπριά, λύματα, αστικά απόβλητα, πράσινα απόβλητα, φυτική ύλη και καλλιέργειες.
- Με τον όρο «ελβετική μέθοδος» ο Λεκόντ περιγράφει μία διαδικασία που χρησιμοποιεί μόνο ούρα και καθόλου κοπριά.
- Το βιοαέριο μπορεί να παραχθεί από ακατέργαστες πρώτες ύλες όπως τα αγροτικά απόβλητα, κοπριά, αστικά απόβλητα, φυτική ύλη, βοθρολύματα, πράσινα απόβλητα ή απορρίμματα τροφών.
© dict.cc Greek-German dictionary 2025
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!