Werbung
 Übersetzung für 'κοσμικός' von Griechisch nach Deutsch
κοσμικός {adj}weltlich
1 Übersetzung
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Übersetzung für 'κοσμικός' von Griechisch nach Deutsch

κοσμικός {adj}
weltlich
Werbung
Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Ο Μπόζο έγινε κοσμικός ηγούμενος του αβαείου του Mουαγιανμουτιέ και του αβαείου του Ρεμιρεμόν στα Βοζ (Vosges).
  • ... , 1604 - 2 Φεβρουαρίου 1649) ήταν Άγγλος κοσμικός συγγραφέας, γνωστός ως «Πουριτανός», και πολιτικός, ο οποίος συμμετείχε στη Βουλή των Κοινοτήτων σε δύο περιόδους μεταξύ 1640 και 1649.
  • Η έννοια της κουρίας ως κυβερνώντος οργάνου, ή της αυλής (court) όπου συνεδρίαζε ένα τέτοιο σώμα, συνεχίστηκε στους μεσαιωνικούς χρόνους, τόσο ως κοσμικός θεσμός όσο και στην Εκκλησία.
  • Μαθημένος να εκκλησιάζεται πολύ συχνά, συνδέθηκε νωρίς με μοναχούς και μοναχές, και άρχισε από κοσμικός ήδη να ζει ζωή σχεδόν καλογερική.
  • Ο Πιέρ ντε Μπουρντέιγ (γαλλικά: Pierre de Bourdeilles), επονομαζόμενος Μπραντόμ (Brantôme) (περίπου 1540 - 1614), κοσμικός αβάς της μονής του Μπραντόμ και χωροδεσπότης του Σαιν-Κρεπέν ντε Ρισμόν, ήταν Γάλλος αριστοκράτης στρατιωτικός και συγγραφέας βιογραφιών και χρονικών, όπου αφηγείται τη ζωή του ως αυλικός και στρατιωτικός και γεγονότα σχετικά με τα επιφανή πρόσωπα που συναναστράφηκε.

  • Ως Κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης προώθησε την αλλαγή του όρκου της Φιλοσοφικής Σχολής, που έγινε πλέον κοσμικός (χωρίς αναφορά σε θρησκεία), καθώς και την ίδρυση του εργαστηρίου «Κέντρο Γραφής» που εντέλλεται να υποβοηθά τους φοιτητές στη σωστή διάρθρωση του ακαδημαϊκού λόγου.
  • Όπως και ο κοσμικός ομόλογός του, έτσι και ο πατριαρχικός σακελλάριος έχασε την αρμοδιότητά του ως ταμίας στα τέλη του 11ου αιώνα και ανέλαβε την επίβλεψη των δωρεών και της διοίκησης των μοναστηριών της Κωνσταντινούπολης.
  • Όμως μετά τον έλκυσε η στρατιωτική σταδιοδρομία περισσότερο και το 1804 έγινε κοσμικός στη Ρώμη και ακολούθησε τον Αυστριακό στρατό.
  • Η ιστορία λέγεται από έναν αφηγητή (μια ελαφρώς δραματοποιημένη έκδοση της δημόσιας εικόνας του Πούσκιν), του οποίου ο τόνος είναι μορφωμένος, κοσμικός και οικείος.
  • Η Ουώλλις Σίμπσον γνωστή και ως Ουώλλις, Δούκισσα του Ουίνδσορ ("Wallis Simpson", γεννηθείσα "Μπέσσι Ουώλλις Ουόρφιλντ", 19 Ιουνίου 1896 - 24 Απριλίου 1986) ήταν Αμερικανίδα κοσμικός και σύζυγος του πρώην βασιλιά του Ηνωμένου Βασιλείου Πρίγκιπα Εδουάρδου, Δούκα του Ουίνδσορ.

  • Ήταν ευσεβής κληρικός και ταυτόχρονα δραστήριος κοσμικός ηγεμόνας, που επανίδρυσε και εξασφάλισε την Κολωνία με αποτελεσματικές μεταρρυθμίσεις.
  • Ο κοσμικός μύθος των Βαβυλωνίων σώζεται σε σειρά πήλινων πλακών που χρονολογούνται στο 700 π.Χ.
  • Στη φυσική κοσμολογία, κοσμικός πληθωρισμός, κοσμολογικός πληθωρισμός, ή απλά  πληθωρισμός είναι μια θεωρία της εκθετικής διαστολής του χώρου στο πρώιμο σύμπαν.
  • Σε μια συνέντευξη στο γαλλικό περιοδικό ειδήσεων Marianne, ο Μακρόν υποστήριξε ότι "ο κοσμικός χαρακτήρας δεν έχει σχεδιαστεί για να προωθήσει μια δημοκρατική θρησκεία" και απάντησε στα σχόλια του Μανουέλ Βαλς σχετικά με την πρακτική του Ισλάμ στη γαλλική κοινωνία καταδικάζοντας την ιδέα ότι οι πολίτες πρέπει να είναι "διακριτικοί" στη θρησκευτική τους πράξη, δηλώνοντας ότι "τα προηγούμενα ιστορικά πρόσωπα, όταν ζητήσαμε τη διακριτική ευχέρεια σε θρησκευτικά ζητήματα, δεν τίμησαν τη δημοκρατία".
  • Εάν η ενεργειακή πυκνότητα είναι θετική, η αντίστοιχη αρνητική πίεση θα οδηγήσει σε επιταχυνόμενη διαστολή του κενού χώρου· δείτε σκοτεινή ενέργεια και κοσμικός πληθωρισμός για λεπτομέρειες.

    Werbung
    © dict.cc Greek-German dictionary 2025
    Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
    Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!