Werbung
 Übersetzung für 'κρεβάτι' von Griechisch nach Deutsch
κρεβάτι {το}Bett {n}
15
διπλό κρεβάτι {το}Doppelbett {n}
μονό κρεβάτι {το}Einzelbett {n}
3 Übersetzungen
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Μη θέλοντας ο Τάνερ να ξέρει ότι ο Πορτ έμεινε έξω όλο το βράδυ, αφαιρεί τα καλύμματα από το κρεβάτι του για να φαίνεται ότι κοιμόταν εκεί.
  • Αυτό το ξενοδοχείο έχει την ιδιαιτερότητα να έχει δωμάτια με «κρεβάτια που εξαφανίζονται»: σε περίπτωση που φτάσει η αστυνομία, το μόνο που έχουν να κάνουν οι παράνομοι εραστές είναι να πατήσουν ένα κουμπί για να εξαφανιστεί το κρεβάτι τους πίσω από τον τοίχο και να αντικατασταθεί από άλλο κρεβάτι.
  • απ' το κρεβάτι του, ωραίο, λαμπρό.
  • Προσκαλούσε κάθε διαβάτη να ξαπλώσει σε ένα σιδερένιο κρεβάτι, γνωστό ως "Προκρούστειος κλίνη".
  • Η Καρολάιν Κράουτς εντοπίστηκε νεκρή πάνω στο κρεβάτι της από τους αστυνομικούς που έφτασαν στο σπίτι μετά από τηλεφώνημα που είχε προηγηθεί από τον σύζυγό της, ο οποίος βρέθηκε δεμένος και φιμωμένος δίπλα από το κρεβάτι.

  • Μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο, ο Πλούσκαλ περιορίστηκε στο κρεβάτι. Πέθανε σε ηλικία 74 ετών.
  • Εφιάλτης Fredbear jumpscare γίνεται από το κέντρο του δωματίου, ακόμη και αν έχει επιτεθεί από τους διαδρόμους ή το κρεβάτι.
  • Τον άφησε να κείτεται στα Αρκαδικά δάση σε ένα κρεβάτι από βιολέτες, όπου τρεφόταν από τα ερπετά, με μέλι.
  • Η ξαπλώστρα σολάριουμ ή αλλιώς κρεβάτι μαυρίσματος ή κρεβάτι τεχνητού μαυρίσματος (αγγλ. ...
  • Μάλιστα μια χρονιά είχε βρεθεί στο κρεβάτι το συζυγικό με τον καλύτερο στρατηγό του Ιουστινιανού, αγνώστων λοιπών στοιχείων.

  • Στο στενό κρεβάτι ο άντρας της είναι άρρωστος βαριά.
  • Το "Παράνομο κρεβάτι" (πρωτότυπος τίτλος "Domicile conjugal") είναι γαλλική ταινία του 1970, σε σκηνοθεσία του Φρανσουά Τριφό ("François Truffaut").
  • Τα τελευταία χρόνια πάλευε με σπάνια ασθένεια η οποία την είχε καθηλώσει στο κρεβάτι.
  • Ακόμη, εξαιτίας του χώρου, κατασκευάζεται σε διαφορετικά μεγέθη, γι' αυτό εξάλλου βγήκαν και τα έπιπλα διπλής - τριπλής χρήσης (καναπές - κρεβάτι, γραφείο - βιβλιοθήκη - κρεβάτι).
  • Στην ελληνική μυθολογία ο Ικμάλιος ήταν ο τεχνίτης από την Ιθάκη, ο οποίος σχεδίασε και κατεσκεύασε το πολυτελές κρεβάτι της Πηνελόπης.

  • Μέρη από πλιθιά περιλαμβάνουν, κρεβάτια και περσίδες.
Werbung
© dict.cc Greek-German dictionary 2025
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!