1 Übersetzung
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!
Anwendungsbeispiele Griechisch
- ήταν ο πατριωτισμός του αλλά και η εκτίμησή του προς τους θεσμούς -κυρίως του Αρείου Πάγου στην προκειμένη περίπτωση.
- Θέλαμε να τον προφυλάξωμε από τον κίνδυνο, πού τον οδηγούσεν ό ορμητικός χαρακτήρας του και ό φλογερός πατριωτισμός του.
- Ο Τζιανφράνκο Φίνι, ένας εκσυγχρονιστής που είδε τον Νικολά Σαρκοζί και τον Ντέιβιντ Κάμερον ως πρότυπα, έδωσε μια φιλόδοξη πολιτική γραμμή στο κόμμα, συνδυάζοντας τους πυλώνες της συντηρητικής ιδεολογίας όπως η ασφάλεια, οι οικογενειακές αξίες και ο πατριωτισμός με μια προοδευτική προσέγγιση σε άλλους τομείς όπως την έρευνα για τα βλαστοκύτταρα και υποστήριξη των δικαιωμάτων ψήφου για νόμιμους αλλοδαπούς.
- Σίγουρα πολλοί από αυτούς στους οποίους απευθυνόταν ένας τέτοιος εθνικισμός ήταν Γερμανοί ρομαντικοί όπως ο Καρλ Βίλχελμ Φρήντριχ Σλέγκελ, έτσι που ο πατριωτισμός και όχι ο αληθινός εθνικισμός φαινόταν να είναι ο στόχος.
- Κατά τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο και την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Λευκορωσίας το 1918, τα βασικά θέματα της λογοτεχνίας της Λευκορωσίας ήταν ο πατριωτισμός και η συλλογική ζωή.
- Ο βιετναμέζικος πατριωτισμός όμως υπέβοσκε και εξαπλωνόταν µε την πάροδο του χρόνου.
- Ο ελβετικός λογοτεχνικός πατριωτισμός που ενέπνευσε, επηρέασε τον ποιητή Juste Olivier (1807-76), ο οποίος εκτώς των άλλων, έγραψε το 1825 ένα ποίημα για τον Μάρκο Μπότσαρη.
- Ο πατριωτισμός και η ακεραιότητα του Δραγούμη αναγνωρίστηκαν κυρίως από τους ομοϊδεάτες του που αντιπροσώπευαν και το ελληνοκεντρικό πνεύμα της εποχής, αλλά οι πολιτικές του ιδέες έγιναν αντικείμενο αντιπαραθέσεων και διαφορετικών αναγνώσεων από όλους τους ιδεολογικούς χώρους στο μέλλον.
- Κάθε του πράξη υποκινούσε ένας αγνός πατριωτισμός.
- Οικονομικός πατριωτισμός είναι η συντονισμένη και προωθούμενη συμπεριφορά καταναλωτών ή επιχειρήσεων (ιδιωτικών και δημόσιων) που γίνεται με την ευνοϊκή μεταχείριση εμπορευμάτων ή υπηρεσιών που παράγονται στη χώρα τους ή σε ομάδα χωρών.
- Ο πατριωτισμός είναι το αίσθημα αγάπης και αφοσίωσης του ατόμου σε μια πατρίδα, και η συμπόρευση με άλλους πολίτες που έχουν το ίδιο συναίσθημα.
- Βέβαια αυτό που συνέβαλε στην επιτυχία αυτή μπρος σε μια αβέβαιης έκβασης επανάσταση και ακαθόριστου χρόνου εκδήλωσης ήταν αναμφίβολα ο πατριωτισμός των Μανιατών και το όραμα της ανεξαρτησίας, παρότι η Μάνη παρέμενε αυτοδιοικούμενη και σχετικά ελεύθερη.
- Το σθένος, ο πατριωτισμός και η αυτοθυσία δεν έλειψε από τους Οκτωνιάτες ούτε στους μετέπειτα Εθνικο-Απελευθερωτικούς Αγώνες (Πόλεμοι 1912 – 1913, Μικρασιατική Εκστρατεία, Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος).
- Μέσα από το σενάριο προωθείται ο γερμανικός πατριωτισμός και γενικά η υπεροχή του πνεύματος μέσα από τα επιτεύγματα της τεχνολογίας.
- Αργότερα θα γράψει ότι ο "κομματικός πατριωτισμός" συνέβαλε στην ήττα της αντιπολίτευσης, και θα προσθέσει ότι δεν υπήρχαν άλλες οργανώσεις με μαζική υποστήριξη που θα μπορούσαν να προσβάλουν το κόμμα.
- Ο πατριωτισμός του βραβεύτηκε σε διαγωνισμό του Υπουργείου Στρατιωτικών το 1865 για τη σύνθεση θουρίων.
- Ξυπνά μέσα του ο ιρλανδικός πατριωτισμός.
- Ως προς το περιεχόμενο ο Οδοιπόρος εμμένει σε θέματα έξαρσης των ηθικών αξιών, όπως είναι ο πατριωτισμός.
© dict.cc Greek-German dictionary 2024
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!