Werbung
 Übersetzung für 'πετρελαιοφόρο' von Griechisch nach Deutsch
πετρελαιοφόρο {το}Tanker {m}
γεωλ.
πετρελαιοφόρο κοίτασμα {το}
Erdölfeld {n}
2 Übersetzungen
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Στις 14 Αυγούστου 1937 το "Freccia", η τορπιλάκατος "Cigno" και τα βοηθητικά καταδρομικά των Εθνικιστών "Puchol" και "Mallorca" ακολούθησαν πετρελαιοφόρο με σημαία Παναμά.
  • Την 11η Αυγούστου 1937, εν μέσω του Ισπανικού Εμφυλίου, τορπίλισε και βύθισε το πετρελαιοφόρο των Δημοκρατικών SS "Campeador" στα ανοικτά του Ρας ελ Μουσταφά της Γαλλικής Τυνησίας.
  • Στις 30 Νοεμβρίου 1941 το "Da Mosto" απέπλευσε από το Τράπανι προκειμένου να συνοδεύσει το πετρελαιοφόρο "Iridio Mantovani" που θα μετέφερε στην Τρίπολη (Λιβύη) 8600 t καυσίμου για τις δυνάμεις του Άξονα που βρίσκονταν στη Βόρεια Αφρική.
  • Τελική Περιγραφή, "Winning Run/Νικητής Ταχύτητας'" : Ο Πολ κινείται με ταχύτητα κατά μήκος ενός αυτοκινητόδρομου κόβοντας δρόμο μπροστά από ένα πετρελαιοφόρο όχημα.
  • Το πλοίο χρησιμοποιήθηκε σαν πετρελαιοφόρο του ελληνικού στόλου.

  • Ως πετρελαιοφόρο (Π/Φ) πλοίο χαρακτηρίζεται ειδικός τύπος δεξαμενόπλοιου με ιδιαίτερο εξοπλισμό και μέσα μεταφοράς πετρελαιοειδών καυσίμων, και άλλων παραγώγων.
  • μεταφοράς πυρομαχικών, πετρελαιοφόρο, υδροφόρο, πλωτό συνεργείο, νοσοκομείο κλπ.
  • Είναι επίσης η πρώτη γυναίκα καπετάνιος του Ινδικού Εμπορικού Ναυτικού, η οποία επίσης κυβερνά το πετρελαιοφόρο Sampurna Swarajya.
  • Ανέπτυξε οδούς από τη Βαγδάτη προς τη Δαμασκό και από τη Βαγδάτη προς το Αμμάν, κάτι που οδήγησε σε μεγάλο ενδιαφέρον για την πετρελαιοφόρο περιοχή της Μοσούλης.
  • Στις 23 Οκτωβρίου το ελαφρύ καταδρομικό "Orion" και το καναδικό αντιτορπιλικό "Saguenay" εντόπισαν το γερμανικό πετρελαιοφόρο "Emmy Friedrich" στα στενά του Γιουκατάν.

  • Το πετρελαιοφόρο «"Προμηθεύς"» "Α-374" είναι το δεύτερo κατά σειρά από τα τρία πλοία συνολικά που φέρουν το όνομα αυτό.
  • Το όνομα του ποταμού Μάρνη φέρει μεγάλο πετρελαιοφόρο πλοίο του γαλλικού πολεμικού ναυτικού, το Μαρν Α-630.
  • Με την ανεύρεση των κοιτασμάτων πετρελαίου στη Βόρεια Θάλασσα κατασκευάστηκε εκεί σημείο μεταφοράς και επεξεργασίας πετρελαίου: Σωλήνας μήκους 128 μιλίων μεταφέρει πετρέλαιο από το πετρελαιοφόρο πεδίο "Piper" στο τερματικό σημείο που έχει κατασκευαστεί στη θέση "Flotta", ενώ στον ίδιο αγωγό καταλήγουν και οι αγωγοί μεταφοράς από τα πετρελαιοφόρα πεδία "Tartan" και "Claymore".
  • Με το όνομα Βοιβηίς φέρονταν παλαιότερα πετρελαιοφόρο του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού.
  • Το Ζεύς ΙΙ / Α-375 είναι πετρελαιοφόρο.

  • μεταφοράς πυρομαχικών, πετρελαιοφόρο, υδροφόρο, πλωτό συνεργείο, νοσοκομείο κλπ.
Werbung
© dict.cc Greek-German dictionary 2025
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!