Werbung
 Übersetzung für 'πληθυσμός' von Griechisch nach Deutsch
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
πληθυσμός {ο}Bevölkerung {f}
παγκόσμιος πληθυσμός {ο}Weltbevölkerung {f}
2 Übersetzungen
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Στην απογραφή του 2017, ο πληθυσμός της Γρανάδας ήταν 232.770, ενώ ο πληθυσμός της μητροπολιτικής της περιοχής ξεπερνούσε τις 500.000.
  • Ο πληθυσμός των Άνω Καρνεζαίικων έχει παρουσιάσει συνεχή μείωση απο το 1951 οπότε και πρωτοαναγνωρίστηκε ο πληθυσμός, με εξαίρεση το 1981 που γνώρισε μικρή αύξηση.
  • Μέχρι το 1961 ο πληθυσμός της Αρίας ήταν σταθερός γύρω στα 150 άτομα.
  • Ο μουσουλμανικός πληθυσμός είναι επίσης νέος, υποδηλώνοντας ότι ο μόνιμος μουσουλμανικός πληθυσμός θα δημιουργήσει μια δεύτερη και τρίτη γενιά.
  • Όπως σε πολλές μετασοβιετικές πόλεις, ο πληθυσμός έχει μειωθεί σημαντικά από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, αλλά τώρα ο πληθυσμός έχει σταθεροποιηθεί.

  • Ο πληθυσμός της Κωμοπόλεως του Σάμμερσαϊντ το 1991, την τελευταία απογραφή πριν τη συγχώνευση, ήταν 7.474 κάτοικοι.
  • Το 1970 ο πληθυσμός του Ασκεράν υπολογίστηκε σε περίπου 700 άτομα, κυρίως Αρμένιοι.
  • Ο πληθυσμός του 19ου διαμερίσματος αυξάνεται συνεχώς από το 1975.
  • Σύμφωνα με την απογραφή του 2002, ο πληθυσμός στην Επαρχία Ρούνγκουε ("Rungwe District") ήταν 306.380 κάτοικοι.
  • Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο πληθυσμός του νομού έφτανε τους 443.000 κατοίκους.

  • Σήμερα ο πληθυσμός ανέρχεται στους 594 μόνιμους κατοίκους (απογραφή 2011), εμφανίζοντας μείωση σε σχέση με την απογραφή του 2001, όπου ο πληθυσμός ανερχόταν στους 879 κατοίκους.
  • Ο παγκόσμιος πληθυσμός δεν έχει ποσοτικοποιηθεί, αλλά μάλλον εκτιμάται σε κάποιες «δεκάδες χιλιάδες», ενώ ο πληθυσμός της Νότιας Αφρικής πιστεύεται ότι δεν είναι μεγαλύτερος από 600 ζεύγη.
  • Με βάση τα στοιχεία της απογραφής 2001, πραγματικός πληθυσμός είναι 2207.
  • Σύμφωνα με τις απογραφές πληθυσμού που πραγματοποιήθηκαν στην Κύπρο, ο πληθυσμός της Σωτήρας γνώρισε αυξομειώσεις.
  • Ένας σπάνιος πληθυσμός των προγονικών αιμοποιητικών κυττάρων εισάγεται στο θύμο από το αίμα, και επεκτείνεται με κυτταρική διαίρεση για να παραχθεί ένας μεγάλος πληθυσμός από ανώριμα θυμοκύτταρα.

  • Αναφέρεται ο συνολικός πληθυσμός, ο αστικός πληθυσμός και ο αγροτικός πληθυσμός.
  • Απο το 1879 μέχρι το 1907 ο πληθυσμός είχε αυξητική τάση αλλά απο το 1920 και ύστερα ο πληθυσμος άρχισε να μειώνεται.
  • Ο συνολικός πληθυσμός είναι γύρω στους 4.300 κατοίκους.
  • Ο πληθυσμός της Έγκωμης αυξανόταν συνεχώς.
Werbung
© dict.cc Greek-German dictionary 2025
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!