Werbung
 Übersetzung für 'προκαταβολή' von Griechisch nach Deutsch
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
εμπόρ.
προκαταβολή {η}
Vorschuss {m}
1 Übersetzung
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Übersetzung für 'προκαταβολή' von Griechisch nach Deutsch

προκαταβολή {η}
Vorschuss {m}εμπόρ.
Werbung
Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Σε ορισμένες δικαιοδοσίες, συμπεριλαμβανομένων των πολιτειών των ΗΠΑ και των επαρχιών του Καναδά, καταβάλλεται επιστρεπτέα προκαταβολή για μπαταρίες.
  • Στα Ελληνικά μπορεί να αποδοθεί με την κατάληξη των ρηματικών επιθέτων σε -τεος, λχ πληρωτέο ποσόν, επιστρεπτέα προκαταβολή.
  • Η εβδομαδιαία αμοιβή είναι προκαταβολή (πρόβλεψη) από το ποσό που θα αναλογεί στο τέλος του έτους από το πλεόνασμα της Cecosesola και αποκαλείται «συνεταιριστική προκαταβολή».
  • To 1963 πήρε προκαταβολή τους μισθούς ενός έτους και ξεκίνησε ταξίδι επτά εβδομάδων στην Αφρική όπου μεταξύ άλλων είδε για πρώτη φορά γορίλες.
  • Αρχικά, η επίσημη προκαταβολή ήταν 5.000 δολάρια, αλλά μετά αυξήθηκε στα 20.000 δολάρια.

  • Ο Σαχ κατάφερε να αποκτήσει μια σημαντική προκαταβολή για το βιβλίο, επιλύοντας προσωρινές οικονομικές δυσκολίες.
  • όπως και μία προκαταβολή από την γερμανική δισκογραφική εταιρεία "Rising Sun Productions".
  • Τον Μάιο του 1969, υπέγραψαν στην "Atlantic Records" και έλαβαν προκαταβολή 50.000 δολαρίων.
  • στερλίνες (με την προκαταβολή στις £ 50.000) χωρίς τον φόρο προστιθέμενης αξίας και το κόστος μεταφοράς.
  • Ο Νέιτ Τόμπκινς ιδιοκτήτης του χωραφιού που θέλει να αγοράσει ο Άλβιν του δίνει διωρία δυο μηνών για να συγκεντρώσει το κατάλληλο ποσό κι ο Άλβιν δουλεύει σαν σκυλί από το πρωί ως το βράδυ, αλλά την τελευταία στιγμή το χωράφι πωλείται σε άλλον κι ο Άλβιν χάνει την προκαταβολή που είχε δώσει.

  • Το 1456, ο Μούλτσερ δέχτηκε προκαταβολή για μια Αγία Τράπεζα στο Στέρτσινγκ.
  • Τέσσερα χρόνια αργότερα του ανετέθη η τοιχογράφηση του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων, για την οποία, παρά την προκαταβολή των εξήντα δουκάτων, ποτέ δεν πήγε στην Βενετία.
  • Αλλά ακόμα και η συνέχιση, μετά την αρωγή, του ταξιδίου του πλοίου προς λιμένα φόρτωσης απ΄ όπου έχει ήδη λάβει προκαταβολή ναύλου (επόμενου ταξιδίου).
  • Κατά τη συνηθέστερη πρακτική και εκτός της οικονομικής ναυπήγησης με την υπογραφή της σύμβασης ναυπήγησης καταβάλλεται ως προκαταβολή το 5-15% της προβλεπόμενης συνολικής αξίας του υπό ναυπήγηση πλοίου, εκτός βεβαίως των εφοδίων.
  • Εκτός από μια προκαταβολή 12.500 δολαρίων, ο Άμποττ ποτέ δεν εισέπραξε επιπλέον χρήματα από τις πωλήσεις του βιβλίου του, καθώς η χήρα του Άνταν τον μήνυσε για 7,5 εκατομμύρια δολάρια.

    Werbung
    © dict.cc Greek-German dictionary 2025
    Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
    Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!