Werbung
 Übersetzung für 'τάφρος' von Griechisch nach Deutsch
τάφρος {ο}Graben {m}
τάφρος {ο} [στα βάθη θάλασσας]Tiefseegraben {m}
τεκτονική τάφρος {ο}tektonischer Graben {m}
γεωγρ.
ωκεάνια τάφρος {ο}
ozeanischer Graben {m}
4 Übersetzungen
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Τέλος τα τελευταία χρόνια με τα μεγάλα έργα οδοποιίας της περιοχής αποκαλύφτηκε από τους Αρχαιολόγους δίπλα από τον κόμβο Μακρυχωρίου, μία διπλή αμυντική τάφρος λαξευμένη στην περιφέρεια προϊστορικής τούμπας, εύρημα κι αυτό Νεολιθικής περιόδου.
  • Ανάμεσα σε πολλά διασωθέντα μνημεία στο πεδίο της μάχης είναι η «τάφρος με τις ξιφολόγχες» στο οποίο ανακαλύφθηκαν δεκάδες ξιφολόγχες σε σειρά που προβάλλονταν έξω από το έδαφος.
  • Το Καραγκίγιε (καζακικά: Қарақия ойпаты, Καραγκίγια σημαίνει "Μαύρο Σαγόνι" στα Τουρκικά) είναι καρστική τάφρος μήκους 40 χιλιομέτρων κοντά στην Κασπία Θάλασσα.
  • Το Φρέαρ των Οινουσσών είναι μια τάφρος που αποτελεί το βαθύτερο σημείο της Μεσογείου με μέγιστο βάθος 5.269 μέτρα.
  • Η Τάφρος της Ναζαρέ είναι υποθαλάσσια τάφρος στα ανοικτά των ακτών της Ναζαρέ στην κεντρική Πορτογαλία, στον ανατολικό Ατλαντικό ωκεανό.

  • Ο όρος προέρχεται από το λατινικό "fovea" (τάφρος) και χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά σε μια επίσημη έκθεση του 1770 από τον Ιταλό φυσιοδίφη Αλμπέρτο Φόρτις, ο οποίος έγραψε μια σειρά από βιβλία για το καρστικό ασβεστολιθικό οροπέδιο της Δαλματίας.
  • Στη διάρκεια του 18ου αιώνα, καλύπτεται η τάφρος μπροστά από την ανατολική πλευρά του κάστρου.
  • Η σημαντικότερη κατασκευή των Βενετών ήταν η τάφρος "Κόντρα Φόσσα", που μετέτρεψε την Ακρόπολη σε νησί.
  • Από το ομώνυμο αρχαίο ουσιαστικό που επίσης σήμαινε τάφρος, χαντάκι.
  • Τον Αύγουστο του 2003, ύστερα από μια μαγνητική επισκόπηση της πεδιάδας μπροστά από το οχυρό, εντοπίστηκε και ανεσκάφη μία βαθειά τάφρος ανάμεσα στα ερείπια της πόλης.

  • Η μεγαλύτερη εστία ρύπανσης είναι η «τάφρος Λαψίστας» που οδηγεί τα λύματα της πόλης και της βιομηχανικής ζώνης των Ιωαννίνων στον ποταμό - σε μέτρηση που έγινε το Σεπτέμβριο του 2008 από μη κυβερνητική οργάνωση, η ρύπανση στα ύδατα που μετέφερε η τάφρος ήταν τόσο υψηλή, που τα ειδικά μηχανήματα αδυνατούσαν να την μετρήσουν.
  • Όρυγμα χαρακτηρίζεται γενικά η κατόπιν εκσκαφής σχηματιζόμενη τάφρος που χρησιμοποιείται είτε ως χαράκωμα, είτε ως προσόδευση κατά την αμυντική οργάνωση μιας τοποθεσίας.
Werbung
© dict.cc Greek-German dictionary 2025
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!