Werbung
 Übersetzung für 'τεστοστερόνη' von Griechisch nach Deutsch
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
τεστοστερόνη {η}Testosteron {n}
1 Übersetzung
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Übersetzung für 'τεστοστερόνη' von Griechisch nach Deutsch

τεστοστερόνη {η}
Testosteron {n}
Werbung
Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Η τεστοστερόνη απαιτείται σε μεγάλες συγκεντρώσεις τοπικά για να διατηρηθεί η διαδικασία, η οποία επιτυγχάνεται μέσω της δέσμευσης της τεστοστερόνης από την πρωτεΐνη που δεσμεύει ανδρογόνα.
  • Στους άνδρες, οι ενέσεις HCG χρησιμοποιούνται για να διεγείρουν τα κύτταρα Λέιντιγκ να συνθέσουν τεστοστερόνη.
  • Ο Στάιναχ έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανακάλυψη της σχέσης μεταξύ των ορμονών του φύλου (οιστρογόνο και τεστοστερόνη) και των ανθρώπινων φυσικών αναγνωριστικών.
  • Η τεστοστερόνη, ένα ανδρογόνο το οποίο εκκρίνεται από τις γονάδες, προκαλεί μη αναστρέψιμες αλλαγές στους χόνδρους και τους μύες του λάρυγγα σε μεγάλες συγκεντρώσεις, όπως κατά την εφηβεία ενός αγοριού, με αποτέλεσμα να μακραίνουν και να γίνονται πιο στρογγυλές.
  • Η επακόλουθη ανάπτυξη του ενός συνόλου και η εκφύλιση του άλλου εξαρτάται από την παρουσία ή την απουσία των δύο ορχικών ορμονών: τεστοστερόνη και αντιμυλλέριο ορμόνη (anti-müllerian hormone (AMH).

  • Απαντώνται σχεδόν σε όλα τα σπονδυλωτά και έχουν διττή λειτουργία, την παραγωγή σπερματοζωαρίων και την παραγωγή ανδρικών ορμονών, με κύρια την τεστοστερόνη.
  • Ο "Flor-Henry (1987)" ενοχοποιεί τη διαφορετική λεκτική και γνωσιακή λειτουργικότητα στους άνδρες, σε σχέση με τις γυναίκες, γεγονός που οφείλεται στο διαφορετικό ρυθμό ανάπτυξης και τρόπο πλαγίωσης του εγκεφάλου κατά την εμβρυική ηλικία, λόγω της διαφορετικής έκθεσης στην τεστοστερόνη.
  • Νέα μέθοδος εξέτασης, η οποία δίνει τη δυνατότητα υπολογισμού του μέσου όρου δραστηριότητας συγκεκριμένων ορμονών, όπως η κορτιζόλη και τεστοστερόνη, πάνω από το χρονικό διάστημα μερικών μηνών.
  • Εξαιρετικά υψηλά επίπεδα προλακτίνης μειώνουν τα επίπεδα των ορμονών φύλου (οιστρογόνα στις γυναίκες και τεστοστερόνη στους άνδρες).
  • Παραδείγματα στεροειδών αποτελούν η χοληστερίνη και πολλές ορμόνες όπως τα οιστρογόνα, η τεστοστερόνη, η αλδοστερόνη, η προγεστερόνη και η κορτιζόλη.

  • Στα αρσενικά χορηγείται ανθρώπινη χοριακή γοναδοτροπίνη (hCG) ή τεστοστερόνη.
  • Η τεστοστερόνη είναι μια στεροειδής ορμόνη που ανήκει στην ομάδα των ανδρογόνων.
  • Η οιστραδιόλη βιοσυντίθεται από την τεστοστερόνη (ορμόνη) ενώ η οιστρόνη από την ανδροστενδιόνη.
  • Η λίμπιντο στους άνδρες συνδέεται με τα επίπεδα των ορμονών του φύλου, ιδιαίτερα της τεστοστερόνης.
Werbung
© dict.cc Greek-German dictionary 2024
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!