Werbung
 Übersetzung für 'του' von Griechisch nach Deutsch
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
του {pron}ihm
2
του {pron}seiner
2 Wörter: Andere
δικός του {pron}seiner
δικός του {pron} [κτητ.]seiner
ιδικός του {pron}seiner
του οποίου {pron}wessen
3 Wörter: Andere
ungeprüft εναντίον του ρεύματοςgegen den Strom
ungeprüft κατ' επιταγή του ...auf Anweisung des ...
ο εαυτός του {pron}er selbst
ο εαυτός του {pron}er selber [ugs.]
3 Wörter: Substantive
αλλαγή {η} του χρόνουJahreswechsel {m}
ανατολή {η} του ηλίουSonnenaufgang {m}
γαστρ.
ασπράδι {το} του αυγού
Eiweiß {n}
ανατ.ζωολ.
βολβός {ο} του ματιού
Augapfel {m}
γενετική {η} του ανθρώπουHumangenetik {f}
αθλητ.
γραμμή {η} του τέρματος [ποδόσφαιρο]
Torlinie {f}
γύρος {ο} του λιμανιούHafenrundfahrt {f}
αστρον.φυσ.
δακτύλιος {ο} του Αϊνστάιν
Einsteinring {m}
οικον.
δαπάνες {οι} του προϋπολογισμού
Haushaltsausgaben {pl}
δάχτυλο {το} του ποδιούZeh {m}
δέκατο {το} του μέτρουDezimeter {m}
γεωγρ.
δέλτα {το} του Νείλου
Nildelta {n}
ιατρ.
διαγνωστική {η} του εγκεφάλου
Hirndiagnostik {f}
εμπόρ.κατασκ.
εγγύηση {η} του κατασκευαστή
Gewährleistung {f} des Herstellers
ανατ.
εκτείνοντες {οι} του αντιβράχιου
Unterarmstrecker {m}
ελάττωμα του προϊόντος {το}Produktfehler {m}
εξέλιξη {η} του παιδιούkindliche Entwicklung {f}
ευθύνη {η} του πωλητήGewährleistung {f} des Verkäufers
Ήλιος του Μεσονυχτίου {ο}Mitternachtssonne {f}
ανατ.
θηλή {η} του μαστού
Brustwarze {f} [nur bei Frauen]
ανατ.
καμπτήρες {οι} του αντιβράχιου
Unterarmbeuger {m}
ιατρ.
κίρρωση {η} του ήπατος
Leberzirrhose {f}
ungeprüft
εργαλ.
κλειδί {το} του τσοκ
Bohrfutterschlüssel {m}
κουταλάκι {το} του τσαγιούTeelöffel {m} <TL>
κουταλάκι τού καφέKaffeelöffel {m}
γαστρ.
κρόκος {ο} του αυγού
Eigelb {n}
γαστρ.
κρόκος {ο} του αυγού
Eidotter {m} {n}
μέλη του σώματος {τα}Gliedmaßen {pl}
ungeprüft Μοναρχία του Δούναβη {η}Donaumonarchie {f}
γεωγρ.
Νησιά {τα} του Σολομώντα
Salomonen {pl}
νύχι {το} (του χεριού)Fingernagel {m}
αθλητ.
παίχτης {ο} του γκολφ
Golfspieler {m}
περιποίηση του σώματος {η}Körperpflege {f}
ιατρ.
πίεση {η} του αίματος
Blutdruck {m}
ιατρ.
πλάσμα {το} του αίματος
Blutplasma {n}
γεωγρ.
Πριγκιπάτο {το} του Λίχτενσταϊν
Fürstentum {n} Liechtenstein
ανατ.
προσαγωγός {ο} του αντίχειρα
Daumenheranzieher {m}
ungeprüft
οικολ.
Προστασία του κλίματος
Klimaschutz
γεωγρ.
Πύλη {η} του Βρανδεμβούργου
Brandenburger Tor {n}
ungeprüft
αθλητ.
σημαιάκι {το} του κόρνερ [ποδόσφαιρο]
Eckfahne {f} [Fußball]
ungeprüft
αθλητ.
σημείο {το} του πέναλτι [ποδόσφαιρο]
Elfmeterpunkt {m} [Fußball]
σκιά {η} του ραντάρRadarschatten {m}
φυσ.
ταχύτητα {η} του φωτός
Lichtgeschwindigkeit {f}
τέλεση {η} του γάμουEheschließung {f}
ιατρ.
τενοντίτιδα {η} του Αχιλλείου
Achillodynie {f}
οικολ.
τρύπα {η} του όζοντος
Ozonloch {n}
ύψος {το} του σώματοςKörpergröße {f}
4 Wörter: Andere
ungeprüft
ιδίωμα
καρφί δεν του καίγεται!
das ist ihm völlig schnuppe
Οι τραγωδίες του ΣοφοκλήDie Tragödien des Sophokles
ungeprüft σύφωνα με μαρτυρίες τουnach Angaben
ungeprüft τα μάτια του τέσσεραer passt scharf auf
ungeprüft την ώρα του μαθήματοςwährend des Unterrichts
ungeprüft τον καιρό του πολέμουwährend des Krieges
4 Wörter: Substantive
νομ.
αντικειμενικός όρος {ο} του αξιοποίνου
objektive Bedingung {f} der Strafbarkeit
ανατ.
απαγωγός {ο} του μικρού δακτύλου
Kleinfingerspreizer {m}
νομ.
απόφαση {η} του συνταγματικού δικαστηρίου
Verfassungs­gerichtsurteil {n}
ανατ.
βραχύς {ο} απαγωγός του αντίχειρα
kurzer Daumenspreizer {m}
νομ.
δικαίωμα {το} επιμέλειας του τέκνου
Sorgerecht {n}
στρατ.
μνημείο {το} του Άγνωστου Στρατιώτη
Grabmal {n} des Unbekannten Soldaten
υπέρβαση {η} του όριου ταχύτηταςGeschwindigkeitsüberschreitung {f}
ψάρι του γλυκού νερούSüßwasserfisch {m}
5+ Wörter: Andere
[επίσ.] Θα θέλατε να του/της μεταφέρω κάποιο μήνυμα?Soll ich ihm / ihr etwas ausrichten?
ungeprüft Από μικρό παιδάκι έχασε τή μητέρα του.Schon als kleines Kind verlor er seine Mutter
αυτό είναι δική του υπόθεσηdas ist seine Sache
ungeprüft Έχει υποψία, μήπως τον έχουν διαβάλει στον προιστάμενό του. Er hat den Verdacht, dass sie ihn bei seinem Chef angeschwärzt haben.
ungeprüft Μ'έπεισε να πάω κ'εγώ μαζί του.Er überredete mich dazu, auch mitzugehen.
ungeprüft Μέσ' στην καρδιά του χειμώνα γυρίζει χωρίς παλτό.Mitten im Winter geht er ohne Mantel umher.
ungeprüft Όλοι είναι σύμφονοι εκτός του κυρίου Μαραγκού.Alle sind einverstanden außer Herr Marangos.
ungeprüft Όταν δής τον υπουργό, μίλησέ του για μένα. Wenn du den Minister siehst, sprich mal meinetwegen mit ihm.
ungeprüft Όταν του τά'λεγα, δε μ'άκουγε.Wenn ich ihm das sagte, hörte er nicht auf mich.
ungeprüft Παρά τις υποσχέσεις του δεν μου παρέσχε καμίαν εκδούλευση. Trotz seiner Versprechungen erwies er mir keine Gefälligkeit.
ungeprüft Σαν ήρθαν τα μεσάνυχτα, τότε βγήκαν οι πολεμιστές απ'την κοιλιά του Δόρειου ίππου. Als Mitternacht gekommen war, kamen die Kämpfer aus dem Bauch des Hölzernen Pferdes heraus.
5+ Wörter: Substantive
ανατ.
απαγωγός {ο} του μικρού δακτύλου του ποδός
Kleinzehenabzieher {m}
ανατ.
καθελκτήρας {ο} της γωνίας του στόματος
Mundwinkelniederzieher {m}
ανατ.
προσαγωγός {ο} του μεγάλου δακτύλου του ποδιού
Großzehenspreizer {m}
Taxa/Spezies (Tiere, Pflanzen, Pilze)
ζωολ.T
κροκόδειλος {ο} του Νείλου [Crocodylus niloticus]
Nilkrokodil {n}
86 Übersetzungen
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Übersetzung für 'του' von Griechisch nach Deutsch

του {pron}
ihm

seiner

δικός του {pron}
seiner
Werbung
δικός του {pron} [κτητ.]
seiner
ιδικός του {pron}
seiner
του οποίου {pron}
wessen

εναντίον του ρεύματος
ungeprüft gegen den Strom
κατ' επιταγή του ...
ungeprüft auf Anweisung des ...
ο εαυτός του {pron}
er selbst

er selber [ugs.]

αλλαγή {η} του χρόνου
Jahreswechsel {m}
ανατολή {η} του ηλίου
Sonnenaufgang {m}
ασπράδι {το} του αυγού
Eiweiß {n}γαστρ.
βολβός {ο} του ματιού
Augapfel {m}ανατ.ζωολ.
γενετική {η} του ανθρώπου
Humangenetik {f}
γραμμή {η} του τέρματος [ποδόσφαιρο]
Torlinie {f}αθλητ.
γύρος {ο} του λιμανιού
Hafenrundfahrt {f}
δακτύλιος {ο} του Αϊνστάιν
Einsteinring {m}αστρον.φυσ.
δαπάνες {οι} του προϋπολογισμού
Haushaltsausgaben {pl}οικον.
δάχτυλο {το} του ποδιού
Zeh {m}
δέκατο {το} του μέτρου
Dezimeter {m}
δέλτα {το} του Νείλου
Nildelta {n}γεωγρ.
διαγνωστική {η} του εγκεφάλου
Hirndiagnostik {f}ιατρ.
εγγύηση {η} του κατασκευαστή
Gewährleistung {f} des Herstellersεμπόρ.κατασκ.
εκτείνοντες {οι} του αντιβράχιου
Unterarmstrecker {m}ανατ.
ελάττωμα του προϊόντος {το}
Produktfehler {m}
εξέλιξη {η} του παιδιού
kindliche Entwicklung {f}
ευθύνη {η} του πωλητή
Gewährleistung {f} des Verkäufers
Ήλιος του Μεσονυχτίου {ο}
Mitternachtssonne {f}
θηλή {η} του μαστού
Brustwarze {f} [nur bei Frauen]ανατ.
καμπτήρες {οι} του αντιβράχιου
Unterarmbeuger {m}ανατ.
κίρρωση {η} του ήπατος
Leberzirrhose {f}ιατρ.
κλειδί {το} του τσοκ
ungeprüft Bohrfutterschlüssel {m}εργαλ.
κουταλάκι {το} του τσαγιού
Teelöffel {m} <TL>
κουταλάκι τού καφέ
Kaffeelöffel {m}
κρόκος {ο} του αυγού
Eigelb {n}γαστρ.

Eidotter {m} {n}γαστρ.
μέλη του σώματος {τα}
Gliedmaßen {pl}
Μοναρχία του Δούναβη {η}
ungeprüft Donaumonarchie {f}
Νησιά {τα} του Σολομώντα
Salomonen {pl}γεωγρ.
νύχι {το} (του χεριού)
Fingernagel {m}
παίχτης {ο} του γκολφ
Golfspieler {m}αθλητ.
περιποίηση του σώματος {η}
Körperpflege {f}
πίεση {η} του αίματος
Blutdruck {m}ιατρ.
πλάσμα {το} του αίματος
Blutplasma {n}ιατρ.
Πριγκιπάτο {το} του Λίχτενσταϊν
Fürstentum {n} Liechtensteinγεωγρ.
προσαγωγός {ο} του αντίχειρα
Daumenheranzieher {m}ανατ.
Προστασία του κλίματος
ungeprüft Klimaschutzοικολ.
Πύλη {η} του Βρανδεμβούργου
Brandenburger Tor {n}γεωγρ.
σημαιάκι {το} του κόρνερ [ποδόσφαιρο]
ungeprüft Eckfahne {f} [Fußball]αθλητ.
σημείο {το} του πέναλτι [ποδόσφαιρο]
ungeprüft Elfmeterpunkt {m} [Fußball]αθλητ.
σκιά {η} του ραντάρ
Radarschatten {m}
ταχύτητα {η} του φωτός
Lichtgeschwindigkeit {f}φυσ.
τέλεση {η} του γάμου
Eheschließung {f}
τενοντίτιδα {η} του Αχιλλείου
Achillodynie {f}ιατρ.
τρύπα {η} του όζοντος
Ozonloch {n}οικολ.
ύψος {το} του σώματος
Körpergröße {f}

καρφί δεν του καίγεται!
ungeprüft das ist ihm völlig schnuppeιδίωμα
Οι τραγωδίες του Σοφοκλή
Die Tragödien des Sophokles
σύφωνα με μαρτυρίες του
ungeprüft nach Angaben
τα μάτια του τέσσερα
ungeprüft er passt scharf auf
την ώρα του μαθήματος
ungeprüft während des Unterrichts
τον καιρό του πολέμου
ungeprüft während des Krieges

αντικειμενικός όρος {ο} του αξιοποίνου
objektive Bedingung {f} der Strafbarkeitνομ.
απαγωγός {ο} του μικρού δακτύλου
Kleinfingerspreizer {m}ανατ.
απόφαση {η} του συνταγματικού δικαστηρίου
Verfassungs­gerichtsurteil {n}νομ.
βραχύς {ο} απαγωγός του αντίχειρα
kurzer Daumenspreizer {m}ανατ.
δικαίωμα {το} επιμέλειας του τέκνου
Sorgerecht {n}νομ.
μνημείο {το} του Άγνωστου Στρατιώτη
Grabmal {n} des Unbekannten Soldatenστρατ.
υπέρβαση {η} του όριου ταχύτητας
Geschwindigkeitsüberschreitung {f}
ψάρι του γλυκού νερού
Süßwasserfisch {m}

[επίσ.] Θα θέλατε να του/της μεταφέρω κάποιο μήνυμα?
Soll ich ihm / ihr etwas ausrichten?
Από μικρό παιδάκι έχασε τή μητέρα του.
ungeprüft Schon als kleines Kind verlor er seine Mutter
αυτό είναι δική του υπόθεση
das ist seine Sache
Έχει υποψία, μήπως τον έχουν διαβάλει στον προιστάμενό του.
ungeprüft Er hat den Verdacht, dass sie ihn bei seinem Chef angeschwärzt haben.
Μ'έπεισε να πάω κ'εγώ μαζί του.
ungeprüft Er überredete mich dazu, auch mitzugehen.
Μέσ' στην καρδιά του χειμώνα γυρίζει χωρίς παλτό.
ungeprüft Mitten im Winter geht er ohne Mantel umher.
Όλοι είναι σύμφονοι εκτός του κυρίου Μαραγκού.
ungeprüft Alle sind einverstanden außer Herr Marangos.
Όταν δής τον υπουργό, μίλησέ του για μένα.
ungeprüft Wenn du den Minister siehst, sprich mal meinetwegen mit ihm.
Όταν του τά'λεγα, δε μ'άκουγε.
ungeprüft Wenn ich ihm das sagte, hörte er nicht auf mich.
Παρά τις υποσχέσεις του δεν μου παρέσχε καμίαν εκδούλευση.
ungeprüft Trotz seiner Versprechungen erwies er mir keine Gefälligkeit.
Σαν ήρθαν τα μεσάνυχτα, τότε βγήκαν οι πολεμιστές απ'την κοιλιά του Δόρειου ίππου.
ungeprüft Als Mitternacht gekommen war, kamen die Kämpfer aus dem Bauch des Hölzernen Pferdes heraus.

απαγωγός {ο} του μικρού δακτύλου του ποδός
Kleinzehenabzieher {m}ανατ.
καθελκτήρας {ο} της γωνίας του στόματος
Mundwinkelniederzieher {m}ανατ.
προσαγωγός {ο} του μεγάλου δακτύλου του ποδιού
Großzehenspreizer {m}ανατ.

κροκόδειλος {ο} του Νείλου [Crocodylus niloticus]
Nilkrokodil {n}ζωολ.T
Werbung
© dict.cc Greek-German dictionary 2025
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!