Werbung
 Übersetzung für 'τυφλός' von Griechisch nach Deutsch
In eigener Sache: Wir versuchen derzeit, ein Wörterbuch für Ukrainisch-Deutsch aufzubauen und würden uns über Sprachaufnahmen oder Übersetzungsvorschläge freuen!
τυφλός {adj}blind
2
1 Übersetzung
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Übersetzung für 'τυφλός' von Griechisch nach Deutsch

τυφλός {adj}
blind
Werbung
Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Ο Ζιλμπέρ Μοντανιέ ("Gilbert Montagné", 28 Δεκεμβρίου 1951) είναι Γάλλος μουσικός, πιανίστας και οργανίστας, τυφλός εκ γενετής.
  • Στην ηλικία των τεσσάρων, μολύνθηκε από ιλαρά και ως εκ τούτου, έγινε τυφλός.
  • Ο Φάουστο παρότι τυφλός παραμένει ένας μεγάλος εραστής των γυναίκων, υποστηρίζοντας ο ίδιος ότι μπορεί να αναγνωρίσει αν μια γυναίκα είναι όμορφη, μόνο από το άρωμα της.
  • Είναι εκ γενετής τυφλός. Σπούδασε νομικά στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
  • Στο βουνό κατοικούν μικρά θηλαστικά στα οποία περιλαμβάνονται o κοινός αρουραίος, ο ρουμανικός σκαντζόχοιρος, το βαλκανικό μοσχάρι, ο ευρωπαϊκός αρουραίος και ο τυφλός αρουραίος.

  • Ένας τυφλός δικηγόρος ο οποίος ζει διπλή ζωή, δρώντας ως ο αυτόκλητος τιμωρός Daredevil.
  • Ο Ιωάννης o τυφλός (γερμ.: "Johann von Böhmen", 10 Αυγούστου 1296 - 26 Αυγούστου 1346) από τον Οίκο του Λουξεμβούργου ήταν κόμης του Λουξεμβούργου από το 1309 και βασιλιάς της Βοημίας από το 1310 και τιτουλάριος βασιλιάς της Πολωνίας.
  • Κατά τα τρία τελευταία έτη της ζωής του έμεινε τυφλός· απεβίωσε το 1353 στο Νόιστατ.
  • Η όραση του Κρέιερ άρχισε να χειροτερεύει την τελευταία δεκαετία της ζωής του μέχρι που έμεινε τυφλός.
  • Όταν ήταν μεσήλικας η όρασή του αποδυναμώθηκε αρκετά, και κατά την τελευταία δεκαετία της ζωής του είχε γίνει σχεδόν πλήρως τυφλός.

  • Ο Γκόρμ ονομάστηκε παλιός επειδή θεωρείται ο γενάρχης των βασιλέων της Δανίας, ο Σάξων ο Γραμματικός αναφέρει ότι πέθανε υπέργηρος και ότι ήταν τυφλός όταν ο γιος του Κνούτος δολοφονήθηκε.
  • Ο Άμπουλ Αλά Αλ-Μααρί (973 - 1057) ήταν τυφλός Άραβας φιλόσοφος και συγγραφέας.
  • Στις 22 Σεπτεμβρίου 1996 εκλέγεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, τυφλός βουλευτής και είναι ο Παναγιώτης Κουρουμπλής.
  • Ο Θεόδωρος, τυφλός και απομονωμένος στην Έδεσσα, δεν μπορούσε να παρακολουθήσει τις εξελίξεις.
  • Ο τυφλός Τειρεσίας, ο πιο φημισμένος μάντης της εποχής στην Ελλάδα, ήταν εκείνος που ζήτησε ακρόαση από τον Οιδίποδα.

  • Παρόλο που είναι τυφλός, ο Μποτσέλι ασχολήθηκε με την ιππασία κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.
Werbung
© dict.cc Greek-German dictionary 2024
Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!