Werbung
 Übersetzung für 'υγρό' von Griechisch nach Deutsch
υγρό {το}Flüssigkeit {f}
φυσ.
βαρύ υγρό {το}
Schwerflüssigkeit {f}
ανατ.
γαστρικό υγρό {το}
Magensaft {m}
διορθωτικό υγρό {το} [για το γραφείο]Korrekturflüssigkeit {f}
ιατρ.
εγκεφαλονωτιαίο υγρό {το}
Gehirnflüssigkeit {f}
γλωσσ.
υγρό σύμφωνο {το}
Liquida {f}
υγρό φρένων {το}Bremsflüssigkeit {f}
θήκη {η} για υγρό σαπούνιSeifenspender {m}
8 Übersetzungen
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!

Anwendungsbeispiele Griechisch
  • Οι συγκεντρώσεις μελοξικάμης στο αρθρικό υγρό αντιστοιχούν στο 40% με 50% των αντιστοίχων συγκεντρώσεων στο πλάσματο.
  • Με τη μέθοδο αυτή θερμαίνεται ένα μείγμα που περιέχει υγρό μέχρι το υγρό να βράσει, οπότε σχηματίζει ατμούς.
  • Ο πνιγμός είναι μια κατάσταση στην οποία η αναπνοή εμποδίζεται γιατί στους πνεύμονες μπαίνει υγρό ή οι ίδιοι οι πνεύμονες παράγουν υγρό.
  • Όταν ψύχεται ένα υγρό, οι δυνάμεις μεταξύ των σωματιδίων που το συγκροτούν, γίνονται όλο και πιο ισχυρές καθώς μειώνεται η κίνησή των μορίων (μοριακή κίνηση) έτσι ώστε τελικώς το υγρό στερεοποιείται.
  • Το κλίμα της περιοχής επηρεάζεται σημαντικά από τη Μαύρη Θάλασσα και κατά κύριο λόγο είναι υγρό ηπειρωτικό στα βουνά και υγρό υποτροπικό στην ακτή.

  • Συνήθως το υγρό μείγμα απλώνεται σε μεγάλες επιφάνειες και υπό την επίδραση του ήλιου εξατμίζεται το υγρό, αφήνοντας στο δοχείο το στερεό υπόλειμμα.
  • Πρόκειται για λεία μεμβράνη η οποία αποτελείται από λεπτό στρώμα κυττάρων που εκκρίνουν ορώδες υγρό.
  • Αρχικά, χρησιμοποιούσαν υγρό αέρα, που αυτοεμπλουτιζόταν με παραμονή (το άζωτο έχει πιο χαμηλό σημείο βρασμού και εξατμίζεται κατά προτίμηση), αλλά καθαρό υγρό οξυγόνο δίνει καλύτερα αποτελέσματα.
  • Το υγρό οξυγόνο είναι ένα συνηθισμένο υγρό κρυογονικό οξειδωτικό μέσο για εφαρμογές προώθησης διαστημοπλοίων, συνήθως σε συνδυασμό με υγρό υδρογόνο, κηροζίνη ή υγρό μεθάνιο.
  • Το φαινόμενο Λάιντενφροστ είναι ένα φυσικό φαινόμενο το οποίο παρατηρείται όταν ένα υγρό έρθει σε επαφή με ένα σώμα που είναι εξαιρετικά θερμότερο από το σημείο ζέσης του υγρού.

  • Μαρινάρισμα είναι η διαδικασία της εμβάπτισης τροφίμων σε συχνά όξινο υγρό με μπαχαρικά πριν το μαγείρεμα.
  • Το (κ-)πεντάνιο είναι άχρωμο υγρό με ελαφριά χαρακτηριστική οσμή.
  • Το αιθάνιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ψυκτικό υγρό σε κρυογενικά ψυγεία.
  • Στην όψη είναι ένα άχρωμο, ιξώδες (πηκτό) υγρό.
  • Τα κύτταρα προσλαμβάνουν από το μεσοκυττάριο υγρό όλα τα απαραίτητα συστατικά για την επιβίωσή τους ενώ αντίθετα αποβάλλουν σ΄ αυτό τα παράγωγα του μεταβολισμού τους.

    Werbung
    © dict.cc Greek-German dictionary 2025
    Enthält Übersetzungen von der TU Chemnitz sowie aus Mr Honey's Business Dictionary (nur Englisch/Deutsch).
    Links auf das Wörterbuch oder auch auf einzelne Übersetzungen sind immer herzlich willkommen!