Seite 1 von 1 für den Buchstaben Ζ im Griechisch-Deutsch-Wörterbuch
Ζάαρλαντ {το}
Saarland {n}γεωγρ.
ζαβλάκωμα {το}
Benommenheit {f}
ζαβλακωμάρα {η}
Benommenheit {f}
ζαβλακωμένος
benommen
Ζάγκρεμπ {το}
Zagreb {n}γεωγρ.
Ζάκυνθος {η}
Zakynthos {n}γεωγρ.
Ζάμπια {η}
Sambia {n}γεωγρ.
ζαμπόν {το}
Schinken {m}γαστρ.
ζάρια {τα}
Würfel {pl} [z. B. Spielwürfel]
Ζαφορά {η}
Zafora {n}γεωγρ.
ζαφορά {η} [σαφράν]
Safran {m}βοτ.γαστρ.T
ζάχαρη {η}
Zucker {m}
ζαχαροπλαστείο {το}
Konditorei {f}εμπόρ.
ζαχαροπλάστης {ο}
Konditor {m}
ζαχαροπλάστισσα {η}
Konditorin {f}
ζέβρα {η}
Zebra {n}ζωολ.T
ζελέ {το}
Gelee {n} {m}
ζέστη {η}
Hitze {f}
ζεστή σοκολάτα {η}
heiße Schokolade {f}
ζεστός
warm
ζευγαράκι {το}
Pärchen {n}
ζευγάρι {το}
Ehepaar {n}
Paar {n}
ζεύγος {το} ηλεκτρονίων
Elektronenpaar {n}φυσ.
Ζευς {ο}
Zeus {m}θρησκ.μυθολ.
ζηλεύω
eifersüchtig sein [auf]
ζήλια {η}
Neid {m}
ζηλιάρης
neidisch [auf]
ζηλότυπος
neidisch [auf]
ζημία {η}
Schaden {m}
ζημιά {η}
Schaden {m}
ζημιώνω
beschädigen
ζητάει φασαρία
er sucht Streit
ζήτημα {το} [ερώτημα, πρόβλημα, υπόθεση]
Frage {f}
Sache {f}
ζήτημα {το} τύχης
Glücksache {f}
ζήτηση {η}
Nachfrage {f}οικον.
ζητώ
anfordern
bitten
bitten um
fordern
suchen
ζητώ συγγνώμη
sich entschuldigen
um Verzeihung bitten
ζητώ συγνώμη
sich entschuldigen
ζητωκραυγάζω
jubeln
ζητωκραυγάζω [κάποιον]
umjubeln
ζητωκραυγή {η}
Hochruf {m}
ζιζάνια {τα}
Unkraut {n}
Ζιμπάμπουε {η}
Simbabwe {n}γεωγρ.
ζιρκόνιο {το}
Zirkonium {n}χημ.
ζούγκλα {η}
Dschungel {m}
ζουλώ
knuddeln
ζουμερός
saftig
ζυγαριά {η}
Waage {f}
ζυγίζω
wiegen
Ζυγός {ο} [αστερισμός]
Waage {f} [Sternbild]αστρον.
ζυγωματικός μυς {ο}
Jochbeinmuskel {m}ανατ.
ζυθοποιός {ο}
Brauer {m}
ζυθοποιώ [φτιάχνω μπύρα]
brauen [Bier]
ζυμάρι {το}
Teig {m}γαστρ.
ζυμαρικά {τα}
Nudeln {pl}
ζυμαρικό {το}
Nudel {f}γαστρ.
ζω
leben
ζω [βιώνω]
erleben
ζω φτωχικά
in Armut leben
ζωγραφιά {η}
Bild {n}Τέχνη
ζωγραφίζω
malen
ζωγράφος {ο}
Maler {m}εργασία
ζωή {η}
Leben {n}
ζωηρός
lebhaft
munter [lebhaft]
ζωικό βασίλειο {το}
Tierreich {n}βιολ.ζωολ.
ζωμός {ο}
Brühe {f}
ζωνάρι {το}
Gürtel {m}
ζώνη {η}
Gürtel {m}
ζώνη {η} [περιοχή]
Zone {f}
ζώνη {η} [που φοριέται]
Gürtel {m}
ζώνη {η} ασφαλείας
Sicherheitsgurt {m}
ζωντανός
lebendig
ζώο {το}
Tier {n}
ζωολογία {η}
Zoologie {f}βιολ.επιστήμηζωολ.
ζωολογικός
zoologischζωολ.
ζωολογικός κήπος {ο}
Tierpark {m}
Zoo {m}
ζωολόγος {ο}
Zoologe {m}εργασίαζωολ.
ζωοτοκία {η}
Viviparie {f}ζωολ.
ζωτικός
lebensnotwendig
lebenswichtig
γεωγρ.
Ζάαρλαντ {το}
Saarland {n}
ζαβλάκωμα {το}Benommenheit {f}
ζαβλακωμάρα {η}Benommenheit {f}
ζαβλακωμένοςbenommen
γεωγρ.
Ζάγκρεμπ {το}
Zagreb {n}
γεωγρ.
Ζάκυνθος {η}
Zakynthos {n}
γεωγρ.
Ζάμπια {η}
Sambia {n}
γαστρ.
ζαμπόν {το}
Schinken {m}
ζάρια {τα}Würfel {pl} [z. B. Spielwürfel]
γεωγρ.
Ζαφορά {η}
Zafora {n}
βοτ.γαστρ.T
ζαφορά {η} [σαφράν]
Safran {m}
ζάχαρη {η}Zucker {m}
εμπόρ.
ζαχαροπλαστείο {το}
Konditorei {f}
ζαχαροπλάστης {ο}Konditor {m}
ζαχαροπλάστισσα {η}Konditorin {f}
ζωολ.T
ζέβρα {η}
Zebra {n}
ζελέ {το}Gelee {n} {m}
ζέστη {η}Hitze {f}
ζεστή σοκολάτα {η}heiße Schokolade {f}
ζεστόςwarm
ζευγαράκι {το}Pärchen {n}
ζευγάρι {το}Ehepaar {n}
ζευγάρι {το}Paar {n}
φυσ.
ζεύγος {το} ηλεκτρονίων
Elektronenpaar {n}
θρησκ.μυθολ.
Ζευς {ο}
Zeus {m}
ζηλεύωeifersüchtig sein [auf]
ζήλια {η}Neid {m}
ζηλιάρηςneidisch [auf]
ζηλότυποςneidisch [auf]
ζημία {η}Schaden {m}
ζημιά {η}Schaden {m}
ζημιώνωbeschädigen
ζητάει φασαρίαer sucht Streit
ζήτημα {το} [ερώτημα, πρόβλημα, υπόθεση]Frage {f}
ζήτημα {το} [ερώτημα, πρόβλημα, υπόθεση]Sache {f}
ζήτημα {το} τύχηςGlücksache {f}
οικον.
ζήτηση {η}
Nachfrage {f}
ζητώanfordern
ζητώbitten
ζητώbitten um
ζητώfordern
ζητώsuchen
ζητώ συγγνώμηsich entschuldigen
ζητώ συγγνώμηum Verzeihung bitten
ζητώ συγνώμηsich entschuldigen
ζητωκραυγάζωjubeln
ζητωκραυγάζω [κάποιον]umjubeln
ζητωκραυγή {η}Hochruf {m}
ζιζάνια {τα}Unkraut {n}
γεωγρ.
Ζιμπάμπουε {η}
Simbabwe {n}
χημ.
ζιρκόνιο {το}
Zirkonium {n}
ζούγκλα {η}Dschungel {m}
ζουλώknuddeln
ζουμερόςsaftig
ζυγαριά {η}Waage {f}
ζυγίζωwiegen
αστρον.
Ζυγός {ο} [αστερισμός]
Waage {f} [Sternbild]
ανατ.
ζυγωματικός μυς {ο}
Jochbeinmuskel {m}
ζυθοποιός {ο}Brauer {m}
ζυθοποιώ [φτιάχνω μπύρα]brauen [Bier]
γαστρ.
ζυμάρι {το}
Teig {m}
ζυμαρικά {τα}Nudeln {pl}
γαστρ.
ζυμαρικό {το}
Nudel {f}
ζωleben
ζω [βιώνω]erleben
ζω φτωχικάin Armut leben
Τέχνη
ζωγραφιά {η}
Bild {n}
ζωγραφίζωmalen
εργασία
ζωγράφος {ο}
Maler {m}
ζωή {η}Leben {n}
ζωηρόςlebhaft
ζωηρόςmunter [lebhaft]
βιολ.ζωολ.
ζωικό βασίλειο {το}
Tierreich {n}
ζωμός {ο}Brühe {f}
ζωνάρι {το}Gürtel {m}
ζώνη {η}Gürtel {m}
ζώνη {η} [περιοχή]Zone {f}
ζώνη {η} [που φοριέται]Gürtel {m}
ζώνη {η} ασφαλείαςSicherheitsgurt {m}
ζωντανόςlebendig
ζώο {το}Tier {n}
βιολ.επιστήμηζωολ.
ζωολογία {η}
Zoologie {f}
ζωολ.
ζωολογικός
zoologisch
ζωολογικός κήπος {ο}Tierpark {m}
ζωολογικός κήπος {ο}Zoo {m}
εργασίαζωολ.
ζωολόγος {ο}
Zoologe {m}
ζωολ.
ζωοτοκία {η}
Viviparie {f}
ζωτικόςlebensnotwendig
ζωτικόςlebenswichtig
Seite 1 von 1 für den Buchstaben Ζ im Griechisch-Deutsch-Wörterbuch
Neue Wörterbuch-Abfrage: Einfach jetzt tippen!
Impressum © dict.cc 2025